Οι νέοι
«καθεστωτικοί» κανόνες με τα αρνητικά δεδομένα που «αφήσαμε» να
διαμορφώσουν εις βάρος μας οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές των
κυβερνήσεων και συγκυβερνήσεων των μαύρων μνημονίων, κατ’ εντολή της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, κατεδάφισαν
τα εργασιακά – μισθολογικά - ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά μας
δικαιώματα, διαλύουν τον Δημόσιο Τομέα, αυξάνουν την ανεργία, προωθούν
τις ελαστικές - πελατειακές σχέσεις εργασίας σε βάρος της μόνιμης και
σταθερής εργασίας, ξεπουλούν το δημόσιο πλούτο, πλήττουν τους
δημοκρατικούς θεσμούς και την ελευθερία, μας βουλιάζουν ολοένα και
περισσότερο στη φτώχεια – την εξαθλίωση και στην περιθωριοποίηση.
Σε όλα
αυτά οι πλειοψηφικές ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος δεν στάθηκαν
άξιες των περιστάσεων, να δημιουργήσουν ανάχωμα στη λαίλαπα των
οδυνηρών μέτρων που διέταξαν την εγχώρια κυβέρνηση οι δανειστές και το
κεφάλαιο, στοχεύοντας σε μία εργατική τάξη πεινασμένη και εξαθλιωμένη,
χειραγωγημένη και ανίκανη να αντισταθεί .
Αδυνατούν
να επικοινωνήσουν με τους εργαζόμενους ώστε να τους «ξεκολλήσουν» απ’
την προπαγάνδα των media και το πλύσιμο εγκεφάλου από τους εν’ αλλαγή
«σωτήρες», που ακόμα και σήμερα συνεχίζουν να μας θέτουν εκφοβιστικά
διλλήματα τύπου «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» , «Ευρωπαϊκή Ένωση ή
χρεοκοπία», «ευρώ ή δραχμή», «στάση πληρωμών ή μνημόνια»,
καταδεικνύοντας μας ως μονόδρομο «σωτηρίας», τις επιλογές τους.
Δεν
στάθηκαν ικανές να εμψυχώσουν τους εργαζόμενους σε έναν ενωτικό και
δυναμικό αγώνα αντίστασης και ανατροπής των μνημονιακών πολιτικών της
«καθεστωτικής» συγκυβέρνησης, παρά προτίμησαν αντί αυτού να κρατήσουν
παθητική στάση πατώντας σε δυο βάρκες και αλληθωρίζοντας μία στη μεριά
των εργαζομένων και μια στους πολιτικούς χώρους απ’ όπου προέρχονται.
Οι
συνδικαλιστικές ηγεσίες κινήθηκαν χωρίς ένα μακροχρόνιο αγωνιστικό
σχεδιασμό και έτσι με την πραγματοποίηση επικοινωνιακού κυρίως
χαρακτήρα κινητοποιήσεων, διασπώντας τον αγώνα σε μικρές μονοήμερες
απεργίες, στάσεις εργασίας ή απογευματινά συλλαλητήρια, οι ηγεσίες των
τριτοβάθμιων κυρίως συνδικαλιστικών οργανώσεων αφενός δικαιολόγησαν την
ύπαρξή τους και αφετέρου κατάφεραν με την «μερική εκτόνωση» να
κρατήσουν τους εργαζόμενους μακριά από έναν αγώνα διαρκείας που ήταν
και είναι επιβεβλημένος, αποδεικνύοντας έτσι για άλλη μια φορά ότι
είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τους πολιτικούς τους φορείς και σε πρώτη
μοίρα βάζουν τα προνόμια που απολαμβάνουν και τη συνέχιση της καριέρας
τους.
Η
αγκύλωση αυτή που επέδειξαν οι ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος, τα
πισωγυρίσματα τους και η έλλειψη επικοινωνίας και εμπιστοσύνης με τους
εργαζόμενους κάνουν υποχρεωτική την αλλαγή ταυτότητας, εικόνας και
προοπτικής του συνδικαλιστικού κινήματος.
Στις
παρούσες συνθήκες της οικονομικής κρίσης και με την παράλληλη βίαιη
αφαίρεση εργασιακών δικαιωμάτων, που κερδήθηκαν με πολύχρονους αγώνες
και θυσίες της εργατικής τάξης, η πολυδιάσπαση των δυνάμεων της,
ενθαρρύνει τον νεοφιλελευθερισμό και τον γιγαντώνει. Όσο η κατάσταση
αυτή δεν αλλάζει, το μέλλον του συνδικαλιστικού κινήματος διαγράφεται
αβέβαιο.
Επιτακτική
ανάγκη, σημείο των καιρών που διανύουμε, μας οδηγεί στην άμεση
ενοποίηση και ενιαία δράση του συνδικαλιστικού κινήματος, αυτό πρέπει
να το καταλάβουν καλά οι ηγεσίες των συνομοσπονδιών και να το
επιχειρήσουν, αν όχι, να γίνει απαίτηση και επιδίωξη της βάσης των
πρωτοβάθμιων σωματείων και των δευτεροβάθμιων οργανώσεων, στέλνοντας
πλέον ένα ενωτικό και ελπιδοφόρο μήνυμα εμπιστοσύνης προς τους
εργαζόμενους οι οποίοι ελπίζουν σε μια τέτοια καινοτομία που θα τους
ενεργοποιήσει για περισσότερη συμμετοχή στα συνδικάτα και τους αγώνες
τους. Απαίτηση συλλογικής έκφρασης, που αντανακλά την πραγματική
βούληση για αλληλεγγύη μεταξύ των εργαζομένων μιας και η εργατική τάξη
είναι μία και όχι πολλές. Επιδίωξη για ενοποιημένη δράση, του
μεγαλύτερου ποσοστού των εργαζομένων που επιζητεί κοινό μέτωπο αγώνα
Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα, ακυρώνοντας έτσι ένα από τα μεγάλα όπλα
της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, τον κοινωνικό αυτοματισμό.
Άλλωστε
αποδείχτηκε στην πράξη πως ένας πολυδιασπασμένος αγώνας, όσο και
αυθεντικός να είναι, αφήνει έκθετους τους αγωνιστές συρρικνώνοντας τις
δυνάμεις τους χωρίς να μπορεί να δίνει προοπτική και να διαμορφώνει
κλίμα εμπιστοσύνης σε μεγαλύτερο μέρος εργαζομένων για συμμετοχή στον
αγώνα, σε αντίθεση με τον ιδεολογικά βάρβαρο μηχανισμό του κράτους που
επιτυγχάνει με τον τρόπο αυτό τους σκοπούς του.
Ο
συνδικαλιστικός κύκλος με καρεκλοκένταυρους εργατοπατέρες, δεινόσαυρους
του συνδικαλιστικού κινήματος που ενεργούν βάζοντας μπροστά το «εγώ»
και όχι το «εμείς», πρέπει άμεσα να κλείσει και να ανοίξουμε ένα
καινούργιο χωρίς παρωπίδες, μέσα από την πραγματική και άμεση
δημοκρατία να αναδείξουμε ηγεσίες ικανές και άξιες να οδηγήσουν σε
νικηφόρα πορεία το συνδικαλιστικό κίνημα και το σύνολο των εργαζομένων.
Να
αναδειχτούν οι αγωνιστές που δίνουν την πραγματική μάχη στο δρόμο για να
προασπίσουν τα δικαιώματα των εργαζομένων και όχι αυτούς που με
μικροεξυπηρετήσεις και εκδουλεύσεις βαστάνε την καρέκλα τους ασκώντας
εργοδοτικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό και συχνά, φερόμενοι σαν εφιάλτες,
πουλάνε τους αγώνες και τα ιδανικά των εργαζομένων.
Τέτοιες
μαχητικές ηγεσίες μπορούν να αναδειχτούν μέσα από ένα συνασπισμό
αριστερών δυνάμεων - όλων των αριστερών δυνάμεων - που χωρίς φοβικά
σύνδρομα και μεταφυσικές στάσεις, χωρίς αποκλεισμούς και δογματισμούς
που υπονομεύουν τη δυνατή συνεργασία, βγουν από τα μοναχικά τους
χαρακώματα, να «κατέβουν» από τα διαφορετικά πεζοδρόμια κάτω στον δρόμο
της ενότητας και όλοι μαζί να δημιουργήσουμε ένα ενιαίο αριστερό
συνδικαλιστικό μέτωπο που μπορεί μεν να έχουμε διαφορετικούς σταθμούς
αφετηρίας αλλά έχουμε κοινούς στόχους, την πτώση του νεοφιλελευθερισμού
και την εδραίωση της κοινωνικής δικαιοσύνης, την ανοικοδόμηση και
επαναφορά των εργασιακών μας δικαιωμάτων που κατεδαφίστηκαν με την
ανοχή, κρατώντας παθητική στάση, των μέχρι τώρα ηγεσιών του κινήματος.
Η
συσπείρωση των αριστερών δυνάμεων σε ενιαίο μέτωπο με επιθετικό
χαρακτήρα είναι αυτή που θα μπορέσει να εμπνεύσει τους εργαζόμενους,
να τους βγάλει από την λήθη και να τους μεταδώσει επαναστατική
συνείδηση. Επαναστατική συνείδηση που δεν αποκτάται σε καιρό
«νηνεμίας», ούτε δίνοντας αγώνες μέσα σε «γυάλα», η επαναστατική
συνείδηση διαμορφώνεται σε περιόδους κρίσης και με συνεχή εμπλοκή στο
συνδικαλιστικό κίνημα αλλάζοντας τους συσχετισμούς δυνάμεων,
αφουγκραζόμενος την βούληση των εργαζομένων που σε προτρέπουν γι’ αυτό.
Τα
γεγονότα τρέχουν και δεν πρέπει να μας ξεπεράσουν, σήμερα πολύ
περισσότερο από ποτέ το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει ενωτικά να δώσει τη
δική του ηχηρή απάντηση στις συγκυβερνήσεις των μνημονίων και στους
υποστηρικτές τους, στην τρόικα, στους δανειστές και στη χούντα του
κεφαλαίου.
Το 41ο συνέδριο της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α., που γίνεται σ’ αυτή την κρίσιμη περίοδο μπορεί να αποτελέσει την αφετηρία της αντεπίθεσης. Συμπαρατάσσομαι
λοιπόν σ’ αυτόν τον αγώνα με τις δυνάμεις της ΑΣΚ-ΟΤΑ, γιατί αποτελεί
την ενωτική, ριζοσπαστική, πειστική και συνάμα αποτελεσματική πρόταση
που χρειάζονται οι εργαζόμενοι για να καταδικάσουν τις
συνδικαλιστικές δυνάμεις εκείνες που κατευθύνονται από τους «σωτήριους»
χώρους των μνημονιακών ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, οι οποίες «ψαρεύουν σε θολά νερά»
αφού θέλουν να είναι «και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ»,
παράλληλα η ΑΣΚ-ΟΤΑ είναι η δύναμη συνεργασίας εκείνη που μπορεί να
εμψυχώσει τους εργαζόμενους για αγώνα διαρκείας, αγώνα ανατροπής, αγώνα
δικαίωσης.
Σήμερα γίνονται ακόμη πιο επίκαιροι οι στίχοι από τη Ρωμιοσύνη του Γιάννη Ρίτσου:
"Aυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό,
αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ' τα ξένα βήματα,
αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,
αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο".
αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ' τα ξένα βήματα,
αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,
αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο".
Βασίλης Γκιτάκος
πρ. Γ.Γ Σωματείου Οδηγών – Μηχ/κων & Εργ/των
Δήμου Πειραιά
Εκλεγμένος αντιπρόσωπος στο 41ο Συνέδριο της ΠΟΕ-ΟΤΑ
με την Ελεύθερη Αγωνιστική Έκφραση
πρ. Γ.Γ Σωματείου Οδηγών – Μηχ/κων & Εργ/των
Δήμου Πειραιά
Εκλεγμένος αντιπρόσωπος στο 41ο Συνέδριο της ΠΟΕ-ΟΤΑ
με την Ελεύθερη Αγωνιστική Έκφραση