Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Το Δ.Ε.Ε «σκάει» τη φούσκα της αξιολόγησης δομών και προσωπικού στους Ο.Τ.Α

Δεν είναι λίγες οι φορές που μέσα από τον γραπτό και προφορικό μας λόγο σαν Αυτόνομη Συνδικαλιστική Κίνηση Εργαζομένων στους Ο.Τ.Α.  (Α.Σ.Κ-Ο.Τ.Α), έχουμε τονίσει ότι η αξιολόγηση δομών και προσωπικού που επικαλείται η μνημονιακή συγκυβέρνηση για τον εξορθολογισμό   του δημόσιου τομέα - δήμων, αποσκοπεί αποκλειστικά στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων που έχουν αναλάβει απέναντι στους δανειστές, στην συρρίκνωση και κατάργηση των υπηρεσιών και στις χιλιάδες απολύσεις εργαζομένων.

Με παλαιότερη μάλιστα ανακοίνωση της η ΠΟΕ-ΟΤΑ, είχε υποδείξει στα συνδικαλιστικά στελέχη του κλάδου να μην λαμβάνουν μέρος σε τέτοιου είδους επιτροπές αξιολόγησης.

Το γεγονός αυτό καταδεικνύει και ο «Όμιλος Διοικητικών Επιστημόνων-Διοικητικό Επιμελητήριο» (Δ.Ε.Ε.) σε έκθεσή του και επισημαίνει πώς για να γίνει αξιολόγηση πρέπει να είναι σαφής ο σκοπός, τα κριτήρια, τα δεδομένα, ο τρόπος, οι μέθοδοι συλλογής δεδομένων και κυρίως να είναι αξιόπιστος ο αξιολογητής. Κανένας από τους παραπάνω όρους δεν πληρείται και ουσιαστικά δεν πρόκειται για αξιολόγηση, αλλά για ένα σχέδιο εξόντωσης των εργαζομένων και διάλυσης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με επικοινωνιακό «περιτύλιγμα», στα μέτρα των δανειστών.

Ακολουθεί δελτίο τύπου της εκτελεστικής επιτροπής της ΠΟΕ-ΟΤΑ με τις δέκα επισημάνσεις του Διοικητικού Επιμελητηρίου Ελλάδας για την δήθεν αξιολόγηση των οργανικών δομών και του ανθρώπινου δυναμικού των Ο.Τ.Α. Α’ βαθμού.

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Ο «Όμιλος Διοικητικών Επιστημόνων-Διοικητικό Επιμελητήριο» (Δ.Ε.Ε.),  επιστημονικός σύλλογος του χώρου της Διοίκησης γνωστός για τις κατά καιρούς εμπεριστατωμένες παρεμβάσεις του υπέρ του εξορθολογισμού της Διοικητικής δράσης, με ένα τεκμηριωμένο κείμενο, όπου μέσα από δέκα επισημάνσεις, καταδεικνύεται με τρόπο σαφή η προβληματικότητα του θεωρητικού πλαισίου που έθεσε η κυβέρνηση και η Κ.Ε.Δ.Ε. για τη δήθεν αξιολόγηση Δομών και Ανθρώπινου Δυναμικού των Ο.Τ.Α. Α΄ Βαθμού.

Έρχεται επί της ουσίας να ενισχύσει αυτά που η Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. από την πρώτη στιγμή έχει επισημάνει, ότι δηλαδή το κυβερνητικό σχέδιο είναι καθαρά προσχηματικό και στόχο έχει τις απολύσεις υπαλλήλων και την απαξίωση υπηρεσιών και εν τέλει του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Επόμενο βήμα είναι η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών της, όπως η διαχείριση των απορριμμάτων αλλά και των Κοινωνικών Υπηρεσιών.

Συμπερασματικά ο «Όμιλος Διοικητικών Επιστημόνων-Διοικητικό Επιμελητήριο» (Δ.Ε.Ε.) επισημαίνει πώς για να γίνει αξιολόγηση πρέπει να είναι σαφής ο σκοπός, τα κριτήρια, τα δεδομένα, ο τρόπος, οι μέθοδοι συλλογής δεδομένων και κυρίως να είναι αξιόπιστος ο αξιολογητής. Κανένας από τους όρους αυτούς δεν πληρείται. Όσον αφορά στον αξιολογητή «αυτός επ’ ουδενί διεκδικεί δάφνες αμεροληψίας και καταλληλότητας». Σημειώνει δε ότι η προτεινόμενη από την κυβέρνηση και την Κ.Ε.Δ.Ε. μεθοδολογία, όχι μόνο δεν συνεισφέρει στην αξιολόγηση, αλλά παρέχει το πλαίσιο ακριβώς για το αντίθετο.

Εν ολίγοις, ο «Όμιλος Διοικητικών Επιστημόνων-Διοικητικό Επιμελητήριο» (Δ.Ε.Ε.) καταρρίπτει σαφώς τη διάτρητη ως φαίνεται διαδικασία της αξιολόγησης, γιατί ουσιαστικά δεν πρόκειται για αξιολόγηση, αλλά για ένα σχέδιο εξόντωσης των εργαζομένων και διάλυσης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με φθηνό περιτύλιγμα.

Φάνηκαν άλλωστε οι προθέσεις της κυβέρνησης και της Κ.Ε.Δ.Ε. πάρα πολύ σύντομα, αφού άφησε στην άκρη τα περί αξιολόγησης και προχωρά ευθέως σε αναφορές περί απολύσεων για να ικανοποιήσει τους δανειστές και τους εντεταλμένους υπαλλήλους τους στην Ελλάδα, τους κ. Φούχτελ και Ράινχενμπαχ.

Συνοπτικά, οι 10 επισημάνσεις του «Διοικητικού Επιμελητηρίου»  (Δ.Ε.Ε.) που διαλύουν κάθε αμφιβολία για τα σχέδια της κυβέρνησης με τη δήθεν αξιολόγηση έχουν ως εξής:

• Οι τομείς αξιολόγησης είναι γενικόλογοι και δεν προσφέρουν πολλά ως τελικός σκοπός αξιολόγησης. Φαίνεται πώς δεν ενδιαφέρει ο τελικός σκοπός της ή να είναι προτιμότερο να παραληφθεί… Κατ’ ακολουθίαν της ανυπαρξίας ξεκάθαρου τελικού σκοπού, τα κριτήρια που επιλέγονται είναι σχετικά ασαφή και απροσδιόριστα ως προς τη χρησιμότητά τους.

• Οι σύγχρονες δημόσιες οργανώσεις, όπως είναι και οι Δήμοι, δεν λειτουργούν σε κενό αλλά αντίθετα, είναι ενταγμένοι και λειτουργούν εντός ενός ευρύτερου συστήματος του κράτους με την ευρεία έννοιά του, αλληλεπιδρώντας με όλους τους άλλους φορείς σε μία λογική διασυνδέσεων και αλληλοεπιρροών. Η οποιαδήποτε εξέταση συνεπώς των Δήμων ως ξεχωριστής κατηγορίας κρατικών φορέων, δεν μπορεί ποτέ να γίνεται απομονωμένα από το περιβάλλον εντός του οποίου λειτουργούν.

• Οι υφιστάμενοι οργανισμοί Δήμων δεν είναι αρκετά αναλυτικοί, με την έννοια ότι δεν προχωρούν σε ανάλυση εργασίας, ακριβή ορισμό διαδικασιών και περιγραφή κάθε θέσης εργασίας. Αυτή η σχετική ρηχότητα πάντως, συνεπιφέρει την αδυναμία σοβαρής εκτίμησης του απαιτούμενου προσωπικού… Οποιαδήποτε συνεπώς προσπάθεια εκτίμησης της κατάλληλης στελέχωσης (αν πλεονάζουν ή αν λείπουν υπάλληλοι), χωρίς τις απαιτούμενες οργανωσιακές προϋποθέσεις θα είναι ουσιαστικά αυθαίρετη. Επίσης, τίθεται το ηθικό ζήτημα της κρίσης από τον ίδιο φορέα (της Ε.Ε.Τ.Α.Α.) που πιθανόν να συνέταξε το σχέδιο ή πάντως, πιθανότατα συνέβαλε καθοριστικά στη σύνταξη του οργανισμού (με τα σχέδια που εξέδωσε κατά την υλοποίηση του προγράμματος Καλλικράτης).    

• Το Κοινοτικό Πλαίσιο Αξιολόγησης που έχει προταθεί εδώ και δύο δεκαετίες από την Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει θεσμοθετηθεί στην ελληνική πραγματικότητα με τον Ν.3230/2004 συνιστά ένα εργαλείο αυτοαξιολόγησης και όχι ετεροαξιολόγησης. Ελάχιστες υπηρεσίες το έχουν αξιοποιήσει αυτά τα εννιά χρόνια, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία το αγνοεί. Σε κάθε περίπτωση αν πρέπει τώρα να χρησιμοποιηθεί, κάτι τέτοιο πρέπει να γίνεται εξ ολοκλήρου και όχι επιλεκτικά. 

Όσον αφορά στο πλαίσιο αξιολόγησης των υπουργείων που συντάχθηκε από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης τον Ιούλιο του 2012, είναι γνωστό ότι αποδείχθηκε ακατάλληλο και ανεπαρκές.

• Για να πραγματοποιηθεί αξιολόγηση απαιτούνται κριτήρια και συγκέντρωση δεδομένων τα οποία θα εξεταστούν με βάση τα κριτήρια. Στην προκειμένη περίπτωση δεν καταγράφονται κριτήρια.

• Δεν γίνεται καμία αναφορά σε δεδομένα που απαιτείται να συγκεντρωθούν για να εξετασθούν υπό το φως των κριτηρίων. Αντίθετα, πέραν των γενικόλογων αναφορών, ολόκληρη η εργασία κατευθύνεται σε συλλογή διαφόρων πληροφοριών μέσω ερωτηματολογίων που θα δοθούν σε υπαλλήλους του Δήμου. Και μάλιστα, όχι σε δημοτικούς άρχοντες αλλά μόνο σε υπαλλήλους. Ωστόσο, οι ερωτήσεις είναι σε μεγάλο βαθμό ασαφείς και επιδέχονται πολλών υποκειμενικών προσεγγίσεων, ενώ ο τρόπος συλλογής τους φαίνεται να περιορίζεται στη διαδικασία συνέντευξης.

• Δεν γίνεται καμία αναφορά στον τρόπο συλλογής των απαιτούμενων δεδομένων. Υπονοείται μάλλον, κατ’ εφαρμογή του ΚΠΑ, η μέθοδος των συνεντεύξεων. Το ότι δεν διευκρινίζεται τίποτα περί αυτού όμως, αφήνει κάπως ξεκρέμαστη την όποια εργασία πραγματοποιηθεί. Η τελευταία, φαίνεται να αφήνεται εξ ολοκλήρου στην ευχέρεια των αξιολογητών με προφανείς κινδύνους ως προς την επιλογή των προσώπων, των ερωτήσεων που θα τεθούν και της επεξεργασίας που θα τύχουν οι όποιες απαντήσεις.

• Προς μεγάλη μας έκπληξη, δεν αναδεικνύεται όσο απαιτείται, ούτε ως κριτήριο ούτε ως στοιχείο πληροφόρησης, το επίπεδο της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας (επίπεδο μηχανοργάνωσης, ποσοστό και επίπεδο εκπαίδευσης υπαλλήλων σε συστήματα ΤΠΕ, χρήση τηλεματικής, διαδικασίες-επικοινωνίες κ.λπ.). Η απλή καταγραφή, ως μέρος της γενικότερης «υλικοτεχνικής υποδομής», δεν αρκεί για να αποδώσει την τεράστια βαρύτητα που έχει η παράμετρος... Η τεχνολογία και η χρήση της, το επίπεδο αυτοματοποίησης των διαδικασιών έχει μεγάλη επιρροή στον τρόπο οργάνωσης και δεν πρέπει να παραγνωρίζεται.
 
• οιαδήποτε διαδικασία αξιολόγησης απαιτεί, ως συστατικό στοιχείο της σοβαρότητάς της, την εγγύηση για την αξιοπιστία του αξιολογητή. Αυτή εξειδικεύεται αφενός στην καταλληλότητα εκείνων που θα επωμισθούν την έρευνα και αφετέρου στην αμεροληψία που οφείλουν να επιδείξουν τόσο κατά τη συλλογή όσο και κατά την επεξεργασία των στοιχείων. Ειδικά στη χώρα μας, αυτήν την εποχή των ανακατατάξεων, της έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης και των πιέσεων, έπειτα από πολλά χρόνια άκαρπων μεταρρυθμιστικών εγχειρημάτων, η αξιοπιστία του επιχειρούντος έχει αναδειχθεί σε μείζονα παράμετρο οποιασδήποτε σχετικής προσπάθειας.
 
Η όλη διαδικασία επαφίεται στους ίδιους του Δημάρχους, οι οποίοι καλούνται να οργανώσουν την ομάδα που θα αξιολογήσει τον Δήμο στον οποίο προΐστανται! Αυτοί θα επιλέξουν τα πρόσωπα, τα οποία μπορούν να είναι είτε στελέχη του Δήμου είτε μετακλητοί, χωρίς ωστόσο κανένα απαιτούμενο προσόν. Η αναφορά σε «εμπειρογνώμονα» δεν προσθέτει τίποτα αφού δεν προσδιορίζεται το πεδίο της εμπειρογνωμοσύνης. Από τη στιγμή που δεν προβλέπονται ούτε προσόντα ούτε όροι διασφάλισης αμεροληψίας, καμία ένδειξη αξιοπιστίας δεν απομένει...
 
Η επισήμανση αυτή, με δεδομένη την ανάγκη και καταλληλότητας, δηλαδή τεχνικής επάρκειας (δεν μπορεί οποιοσδήποτε να ενεργεί αξιολόγηση δομών) και πολιτικής αμεροληψίας (η αξιολόγηση πολιτικοποιημένων δομών, όπως οι Δήμοι έχει προφανώς έντονα πολιτικό χαρακτήρα), οι οποίες όχι μόνο δεν εξασφαλίζονται αλλά αντίθετα, καταστρατηγούνται πλήρως, αποκτά μείζονα βαρύτητα, ώστε να υπονομεύει ολόκληρο το εγχείρημα.

• Σε ολόκληρη την προτεινόμενη μεθοδολογία υιοθετείται η γενικόλογη και κάπως αόριστη φρασεολογία των αιτιολογικών εκθέσεων Νόμων. Εκείνα που πρέπει να είναι ζητούμενα φαίνονται να θεωρούνται δεδομένα, χωρίς ωστόσο να έχει διευκρινιστεί πως θα επιτευχθεί κάτι τέτοιο...

Είναι ολοφάνερο πως μόνος ισχυρός και αδιαπραγμάτευτος ΝΟΜΟΣ είναι αυτός των μνημονίων. Μοναδικό «δόγμα» για την φιλοτροικανή κυβέρνηση είναι η δέσμευση για χιλιάδες απολύσεις στο Δημόσιο και τους Ο.Τ.Α. Τα διάφορα επικοινωνιακά τεχνάσματα, στην αρχή η «αξιολόγηση δομών» που σιγά-σιγά δίνει την σκυτάλη στην «ενδοδημοτική κινητικότητα» έχουν ένα και μοναδικό στόχο, την απόλυση χιλιάδων Δημοτικών Υπαλλήλων προς εξευγενισμό των ορέξεων του Φούχτελ και των τροικανών «σωματοφυλάκων»  των συμφερόντων των δανειστών!!!

ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α.