Η μεγάλη συμμετοχή των εργαζόμενων στο Δημόσιο στην απεργία-αποχή από τις διαδικασίες «αξιολόγησης» που με πρόταση του ΜΕΤΑ κήρυξε η ΑΔΕΔΥ και οι Ομοσπονδίες του Δημοσίου από το Μάρτη του 2017, είχε ως αποτέλεσμα να ακυρωθεί ένα από τα εργαλεία που οι μνημονιακές κυβερνήσεις επιχείρησαν να χρησιμοποιήσουν για τη μετατροπή του Δημοσίου σε μικρό, ευέλικτο κι επιτελικό, για τη μεταφορά των ευθυνών της διάλυσης του κοινωνικού κράτους στους εργαζόμενους και για την προώθηση νέων επώδυνων μέτρων σε βάρος τους (νέες μειώσεις μισθών, επιδείνωση εργασιακών σχέσεων, απολύσεις κ.λπ.).
Η κυβέρνηση, προκειμένου να επιβάλει την αξιολόγηση κατέφυγε στην αντισυνταγματική τροπολογία Γεροβασίλη, και με την ψήφο της Νέας Δημοκρατίας, επιχείρησε να κάμψει το φρόνημα των δημόσιων υπαλλήλων και να σπάσει την απεργία-αποχή από τις διαδικασίες της «αξιολόγησης».
Η κυβέρνηση, προκειμένου να επιβάλει την αξιολόγηση κατέφυγε στην αντισυνταγματική τροπολογία Γεροβασίλη, και με την ψήφο της Νέας Δημοκρατίας, επιχείρησε να κάμψει το φρόνημα των δημόσιων υπαλλήλων και να σπάσει την απεργία-αποχή από τις διαδικασίες της «αξιολόγησης».
Η απάντηση από τη μεριά των εργαζόμενων ήταν αποστομωτική. Η απεργία-αποχή συνεχίστηκε με ποσοστά συμμετοχής της τάξης του 70%. Η εξέλιξη αυτή αποτέλεσε σημαντική νίκη του συνδικαλιστικού κινήματος, γιατί έβαλε εμπόδια στα σχέδια περιορισμού του δημοσίου και ακύρωσε στην πράξη ένα μνημονιακό προαπαιτούμενο, μεταξύ της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ και των δανειστών.
Η κυβέρνηση, πέραν των μακροπρόθεσμων στοχεύσεων για συρρίκνωση του δημοσίου και τη δημιουργία ενός επιτελικού κράτους, ήθελε να εμφανίσει στους «θεσμούς» ότι υλοποίησε την «αξιολόγηση» του προσωπικού στο δημόσιο, ενόψει της 3ης αξιολόγησης απ’ αυτούς και να παραχωρήσει χωρίς πολιτικό κόστος τις κερδοφόρες Δημόσιες υπηρεσίες στο ιδιωτικό κεφάλαιο. H μεγάλη συμμετοχή των συναδέλφων στην απεργία-αποχή, απονομιμοποίησε πλήρως κάθε διαδικασία «αξιολόγησης» και ακύρωσε το νόμο Βερναρδάκη, όπως έγινε και με αυτόν του Κ. Μητσοτάκη. Αυτή τη σημαντική κατάκτηση του συνδικαλιστικού κινήματος, οφείλουμε να την κεφαλαιοποιήσουμε και να τη διευρύνουμε με τη δράση μας, το επόμενο χρονικό διάστημα.
Είναι φανερό ότι από την πλευρά της Κυβέρνησης όχι μόνο δεν έχει εγκαταλειφθεί η προσπάθεια να προχωρήσει η «αξιολόγηση», αντίθετα, θα υπάρξουν μεγαλύτερες πιέσεις για εφαρμογή της «αξιολόγησης» και μέσα στο 2018. Ήδη έχουν ξεκινήσει οι διαδικασίες με το μοίρασμα νέων φύλλων αξιολόγησης, ενώ η κυβέρνηση δεσμεύτηκε στους δανειστές να προχωρήσει σε κρίσεις προϊσταμένων το επόμενο διάστημα. Μάλιστα, στις προκηρύξεις για θέσεις Γενικών Διευθυντών εφαρμόζεται η απεργοσπαστική τροπολογία και επιχειρείται ο αποκλεισμός από την διαδικασία υπαλλήλων που συμμετείχαν στην απεργία-αποχή (χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση του ΤΕΙ Ηπείρου και ο αποκλεισμός διοικητικού υπαλλήλου που συμμετείχε στην απεργία – αποχή).
Στο πλαίσιο αυτό η κυβέρνηση προανήγγειλε την ηλεκτρονική αξιολόγηση, προκειμένου να μπορεί να γίνεται από παντού κι οποιαδήποτε ώρα, να μην υπάρχει έντυπο, αλλά μόνο ηλεκτρονικό αρχείο κλπ. Άρα να παρεμποδιστεί η παρέμβαση των σωματείων και παράλληλα ο υπάλληλος να είναι απομονωμένος από συνδικάτα και συναδέλφους, χωρίς τη συλλογική στήριξη, απέναντι σε μια οθόνη, σε πιο πιεστικό για αυτόν περιβάλλον, για να υποκύψει πιο εύκολα. Η ηλεκτρονική αξιολόγηση αγγίζει ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα και ανοίγει το δρόμο της κατάργησης συνταγματικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Με τη διαδικασία αυτή θα δημιουργηθεί πανελλαδική «δεξαμενή» που θα χρησιμοποιηθεί, ανάλογα με την κατάταξη του κάθε εργαζόμενου, στην κινητικότητα, τις διαθεσιμότητες, τις απολύσεις, την περικοπή μισθολογικών κλιμακίων, την υπηρεσιακή εξέλιξη, κλπ! Για αυτό και δεν πρέπει να περάσει!
Είναι προφανές ότι δεν άλλαξε τίποτα αναφορικά με την κυβερνητική πολιτική για το δημόσιο από το Μάρτη του 2017, που τα συνδικάτα κήρυξαν την Απεργία-Αποχή από όλες τις διαδικασίες της «αξιολόγησης». Αντίθετα, ψηφίστηκε πρόσφατα το πολυνομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα της 3ης αξιολόγησης, που, ανάμεσα στα άλλα, προωθείται, με ταχύτερους ρυθμούς, η ιδιωτικοποίηση οργανισμών του Δημόσιου Τομέα.
Όπως αναμενόταν, η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ (ΔΑΚΕ, ΔΗΣΥΠ-ΠΑΣΚΕ, ΕΑΕΚ-ΣΥΡΙΖΑ, ΔΗΜΟΣΙΟΫΠΑΛΛΗΛΙΚΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗ) που διαμορφώθηκε μετά την συγκρότηση του προεδρείου της, μεθοδεύει την εγκατάλειψη των θέσεων και της πρακτικής με την οποία το συνδικαλιστικό κίνημα αντιμετώπισε, μέχρι τώρα, την «αξιολόγηση» και τους μνημονιακούς νόμους που συνδέονται με το μέλλον των δημοσίων υπηρεσιών. Αυτό, οφείλουμε να το αντιμετωπίσουμε ΆΜΕΣΑ!
Η πρόσφατη απόφαση της πλειοψηφίας του Γενικού Συμβούλιου της ΑΔΕΔΥ, με την αποδοχή, ουσιαστικά, των μνημονιακών διατάξεων για το Δημόσιο και την «αξιολόγηση» και η ανατροπή των μέχρι σήμερα αποφάσεων της ΑΔΕΔΥ διευκολύνει την κυβέρνηση να ανοίξει το δρόμο για να υλοποιηθεί το σχέδιο της συρρίκνωσης του Δημοσίου και εφαρμογής της μνημονιακής αξιολόγησης.
Οι προϋποθέσεις που θέτει η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ αποτελούν απλώς το φύλλο συκής προκειμένου να περάσει σύντομα στην πλήρη ευθυγράμμιση με τις θέσεις της Κυβέρνησης που αποτελούν και θέσεις των μνημονιακών κομμάτων (ΝΔ – Κίνημα Αλλαγής). Την ίδια ώρα που η Κυβέρνηση προχωρά στην νέα «αξιολόγηση» αποκλείοντας από τις κρίσεις εργαζόμενους που συμμετείχαν στην Απεργία – Αποχή, διατηρεί την απεργοσπαστική τροπολογία Γεροβασίλη και προωθεί την συρρίκνωση των δημοσίων υπηρεσιών και της σταθερής εργασίας, η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ αποφασίζει να συμμετάσχει σε κοινή ομάδα εργασίας με κυβερνητικά στελέχη, η οποία θα συζητήσει για θέματα Δημόσιας διοίκησης και κυρίως για την εφαρμογή της «αξιολόγησης».
ΤΟ ΜΕΤΑ θεωρεί ότι οι διαδικασίες της αξιολόγησης στοχεύουν στην εμπορευματοποίηση των δημόσιων αγαθών, την ενίσχυση της επιχειρηματικής λειτουργίας στα νοσοκομεία, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια και τα υπουργεία, επιδιώκουν τη συρρίκνωση των υπαρχουσών δημόσιων κοινωνικών υπηρεσιών και εντάσσονται στο συνολικό πλαίσιο ρυθμίσεων που στοχεύουν στην προώθηση σαρωτικών ιδιωτικοποιήσεων και στην παράδοση ολόκληρων τομέων και υπηρεσιών σε ιδιώτες, προκειμένου να ενισχύσουν την κερδοφορία τους, το Δημόσιο να αποσυρθεί από κάθε χρηματοδότηση κοινωνικών δομών και τα έσοδα από τους δυσβάσταχτους φόρους μας να κατευθύνονται αποκλειστικά στο χρέος και τους τραπεζίτες.
Η δυνατότητα του δημοσίου να ανταποκρίνεται στις λαϊκές ανάγκες, συνδέεται άμεσα με τη στελέχωσή του με μόνιμο προσωπικό, την επαρκή χρηματοδότησή του, το πλαίσιο οργάνωσης, διοίκησης και επιλογής στελεχών με βάση τις αρχές της διαφάνειας, αντικειμενικότητας και αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού του, μακριά από λογικές κομματικού ελέγχου και πελατειακών σχέσεων. Η κυβέρνηση αντί να προχωρήσει σε μέτρα για διεύρυνση του δημόσιου, ώστε να καλύπτει τις λαϊκές ανάγκες, προσπαθεί με όπλο την «αξιολόγηση» να αποκρύψει τις πολιτικές της ευθύνες και να δείξει ως μοναδικούς υπεύθυνους για την κατάσταση των δημοσίων υπηρεσιών τους εργαζόμενους.
Το συνδικαλιστικό κίνημα στο δημόσιο το επόμενο διάστημα, οφείλει να προβάλλει πιο συστηματικά και επιθετικά την πρότασή του για το πώς πρέπει να λειτουργεί ο δημόσιος τομέας, ώστε να υπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες και μάλιστα σε μια περίοδο που πλατιά κοινωνικά στρώματα έχουν πληγεί βάναυσα από τις μνημονιακές πολιτικές που εφαρμόζονται την τελευταία 8ετία.
Αγωνιζόμαστε για ένα δημόσιο που να στελεχώνεται πλήρως και να μπορεί να παρέχει δημόσια και δωρεάν το σύνολο των υπηρεσιών και των δημοσίων αγαθών στο λαό.
Γι’ αυτό απαιτείται άμεσα:
1. Διεύρυνση και αναβάθμιση των δημοσίων υπηρεσιών, ειδικά στους τομείς Υγείας, Παιδείας, Πρόνοιας, Ασφάλισης, Εφαρμογής της Εργατικής Νομοθεσίας, Ενέργειας, Τηλεπικοινωνιών και Μεταφορών. Μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού για την κάλυψη των αναγκών και επαρκής χρηματοδότηση στους παραπάνω τομείς και σε όλες τις Κοινωνικές Υπηρεσίες, με κατάργηση όλων των ελαστικών μορφών εργασίας.
2. Κατάργηση των μνημονιακών οργανογραμμάτων και προώθηση νέων καθώς και Οργανισμών Εσωτερικής Υπηρεσίας (ΟΕΥ) που να περιλαμβάνουν το σύνολο των αντικειμένων ενός δημόσιου φορέα (π.χ. καθαριότητα, φύλαξη, εστίαση, πρόνοια κλπ), χωρίς περιγράμματα θέσης που «χωράνε» όλες τις λειτουργίες σε όλο και λιγότερους εργαζόμενους. Σύσταση θέσεων με βάση τις πραγματικές ανάγκες και όχι τις μνημονιακές επιταγές, ώστε να μπορεί να λειτουργεί το κάθε τμήμα/υπηρεσία/διεύθυνση με χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό και όχι αναθέτοντας υπηρεσίες σε ιδιώτες ή πληρωμή υπηρεσιών από τους χρήστες, επιβαρύνοντας το κόστος λειτουργίας τους και φορτώνοντας επιπλέον οικονομικά βάρη στην ήδη πληττόμενη κοινωνία.
3. Απόρριψη της στοχοθεσίας και της «αξιολόγησης» των δομών που επιβάλλονται προκειμένου να υλοποιηθούν οι μνημονιακές πολιτικές στο Δημόσιο.
4. Ψήφιση και άμεση εφαρμογή νέου θεσμικού πλαισίου επιλογής προϊσταμένων και διευθυντών με ουσιαστικά κριτήρια και διαφάνεια, για να αφαιρείται η δυνατότητα από την εκάστοτε κυβέρνηση να διορίζει τους «πρόθυμους» και «αρεστούς».
5. Προσδιορισμός των αρμοδιοτήτων κάθε υπηρεσιακής μονάδας σ’ όλη την κλίμακα της δημόσιας διοίκησης και των καθηκόντων των δημοσίων υπαλλήλων, με τη συμμετοχή των εργαζομένων και με στόχο τη βελτίωση της λειτουργίας τους, για την εξυπηρέτηση των πολιτών και όχι για την αναπαραγωγή της γραφειοκρατίας.
6. Κατάργηση της εκβιαστικής, αντισυνταγματικής και απεργοσπαστικής τροπολογίας Γεροβασίλη και ολόκληρου του θεσμικού πλαισίου «αξιολόγησης», υπερασπίζοντας τις συνδικαλιστικές ελευθερίες και τα δικαιώματα των εργαζομένων στο Δημόσιο.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, για να διεκδικήσουμε τα παραπάνω αιτήματα συνεχίζουμε πιο αποφασιστικά τον αγώνα ενάντια στην «αξιολόγηση» και για την κατάργηση του ν.4369/16 στην πράξη. Παρά τις παλινωδίες της πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ, απεργούμε και απέχουμε από κάθε διαδικασία αξιολόγησης και εμπλουτίζουμε τον αγώνα μας και με νέες μορφές πάλης για να ανατρέψουμε τα σχέδια κυβέρνησης – ΕΕ και ΔΝΤ για τη συρρίκνωση του δημοσίου και την εκχώρηση των αρμοδιοτήτων του στους ιδιώτες. Μπλοκάρουμε κάθε ενέργεια της διοίκησης που επιχειρεί, προκειμένου να υλοποιηθεί το μνημονιακό πλαίσιο για το δημόσιο και τις διαδικασίες της «αξιολόγησης». Υπερασπιζόμαστε κάθε συνάδελφο που συμμετείχε και συμμετέχει στην Απεργία – Αποχή με παρεμβάσεις κινητοποιήσεις και προσφυγές στη δικαιοσύνη.
Καλούμε τα Πρωτοβάθμια Σωματεία, τις Ομοσπονδίες και τα Νομαρχιακά Τμήματα της ΑΔΕΔΥ να πάρουν αποφάσεις συνέχισης της απεργίας-αποχής κλιμακώνοντας και διευρύνοντας το νικηφόρο αγώνα.
Μάρτης 2018