Τετάρτη 8 Μαΐου 2013

«Προπαγάνδα» και «απονομιμοποίηση» αραιώνουν τις συγκεντρώσεις


«Ολοι μαζί να σπάσουμε τα δεσμά των Μνημονίων», γράφει το πανό των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ. Μόνο που αυτό το «όλοι» όλο και λιγοστεύει στους δρόμους τελευταία

Η υποτονικότητα των τελευταίων συγκεντρώσεων και η ισχνή προσέλευση κόσμου (πιο πρόσφατη, η περίπτωση της Πρωτομαγιάς) σε σχέση πάντα με το πώς δοκιμάζεται η κοινωνία από τη σκληρή δημοσιονομική λιτότητα, προκαλούν απορίες και ερωτήματα.

Για τους συνδικαλιστές αυτό οφείλεται «στην κατασυκοφάντηση του συνδικαλιστικού κινήματος, την οποία υποκινεί η κυβερνητική προπαγάνδα», ενώ για τους πολιτικούς επιστήμονες η αιτία βρίσκεται στην απονομιμοποίηση του παραδοσιακού συνδικαλισμού. Όπως υποστηρίζουν, η κοινωνία αναζητεί ενδυνάμωση της αξιοπρέπειάς της, για την οποία δεν έχει βρεθεί δύναμη να την εκφράσει πολιτικά, παρόλο που το τοπίο έχει αλλάξει ριζικά.

«Ο κόσμος φοβάται. Ταυτόχρονα, οι κυβερνητικές ηγεσίες έχουν καταφέρει να απαξιώσουν και να κατασυκοφαντήσουν το συνδικαλιστικό κίνημα. Μάλιστα, στήθηκε πάνω σ' αυτή τη λογική μια τεράστια προπαγάνδα, για την οποία ωστόσο πρέπει να πω ότι δώσαμε κι εμείς αφορμές», εξηγεί ο πρόεδρος της ΠΟΕ-ΟΤΑ Θ. Μπαλασόπουλος. 



Ο ίδιος πιστεύει ότι η οποιαδήποτε κοινωνική διαμαρτυρία μπορεί να αποκτήσει πραγματική έκφραση μόνο μέσα από συλλογικές αντιδράσεις, όπως αυτές τις εκφράζει ο συνδικαλισμός, ο οποίος όμως θα πρέπει να αναμορφωθεί: «Θα πρέπει η ΑΔΕΔΥ να αλλάξει εκ βάθρων τη στρατηγική της και κυρίως να αλλάξει η ηγεσία της. Πρέπει να βγουν μπροστά νέες συνδικαλιστικές δυνάμεις. Μια νέα ηγεσία που θα πείσει τον κόσμο να βγει στους δρόμους και να σταματήσει να πείθεται από την κυβερνητική προπαγάνδα κατασυκοφάντησης του συνδικαλιστικού κινήματος. Μια προπαγάνδα που αποδεικνύει πόσο πολύ φοβάται και υπολογίζει τους συνδικαλιστές. Γιατί αν ήταν αλλιώς τα πράγματα, θα μας αγνοούσε».

Ο καθηγητής Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Μ. Σπουρδαλάκης πιστεύει ότι οι πολίτες όλη αυτή την περίοδο της κρίσης ψηλάφησαν νέους τρόπους κοινωνικών κινητοποιήσεων και θα χρειαστούν πια νέα εννοιολογικά και πολιτικά εργαλεία, προκειμένου να εξηγηθεί γιατί η κοινωνία αντιδρά μ' αυτό τον τρόπο και τι ακριβώς θα διεκδικήσει. «Υπάρχει μια λογική που λέει ότι, ακριβώς λόγω της μεγάλης ένδειας και της επεκτεινόμενης λιτότητας, θα οδηγηθούμε σε μαζικές αντιδράσεις οι οποίες θα έχουν μια κατεύθυνση προοδευτική, όπως λέμε. Αυτό όμως δεν ισχύει», υποστηρίζει. 

Και προσθέτει:
«Νομίζω ότι οι κινητοποιήσεις αντιμετωπίστηκαν σκληρά από την πολιτεία και με μια λογική ενσωμάτωσης και νουθεσίας από την πλευρά της Αριστεράς. Βέβαια, οι πολιτικές δυνάμεις που έδειξαν έμπρακτα ότι αφουγκράζονται τις ανάγκες της κοινωνίας το εισέπραξαν και εκλογικά. Είναι γεγονός ότι το πολιτικό τοπίο έχει αλλάξει. Από την άλλη πλευρά, το κάλεσμα των παραδοσιακά μεγάλων συνδικαλιστικών δυνάμεων, στο οποίο δεν ανταποκρίνεται πια ο κόσμος, καταδεικνύει το χαμηλό ποσοστό απονομιμοποίησης που έχουν πια στην κοινωνία. Τις θεωρεί μέρος ενός πολιτικοοικονομικού συστήματος που ήθελε τις κοινωνικές τάξεις έξω από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων».

«Η διαφαινόμενη απάθεια της κοινωνίας δεν είναι τυχαία. Η ελληνική κοινωνία περιμένει ένα όραμα, μια πρόταση προοπτικής που να της ενδυναμώσει την αξιοπρέπεια και την αυτοπεποίθηση και στη συνέχεια να κινητοποιηθεί με το δικό της τρόπο. Κι είναι σίγουρο ότι δεν πρέπει και δεν μπορεί να περιμένουμε με τα παλιά εργαλεία να γίνει κάτι τέτοιο. Με τις μορφές της πολιτικής κινητοποίησης όπως τις ξέραμε. Με το κάλεσμα από τα μπαλκόνια και τις εξέδρες, από όπου η κοινωνία θα ακούσει για τα προβλήματά της (ανεργία, φτώχεια, αυτοκτονίες). Ζητήματα καίρια, που ήδη τα ξέρει καλύτερα και τα ζει στο πετσί της», καταλήγει ο κ. Σπουρδαλάκης.

Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ