Η μη αποδοχή θέσης ευθύνης της συναδέλφου Ράνιας Παπαγεωργίου (παραιτήθηκε από τη θέση προϊσταμένης του τμήματος Ειδικών Καθεστώτων Εξαγωγών του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης στην οποία επανατοποθετήθηκε με απόφαση του Γενικού Γραμματέα) φέρνει στην επιφάνεια το ζήτημα της στελέχωσης του Δημοσίου και το συνειδησιακό πρόβλημα με τη νομοθεσία που έχει θεσπιστεί, ιδιαίτερα τα τελευταία, μνημονιακά, χρόνια.
Οι Δημόσιοι Υπάλληλοι, ειδικότερα στις θέσεις ευθύνης, καλούνται να εφαρμόσουν πολιτικές που τους φέρνουν απέναντι στις αρχές της συναδελφικότητας και της εξυπηρέτησης του κοινωνικού συνόλου μέσα από το λειτούργημά τους.
Η «αξιολόγηση» των υφισταμένων, σε ένα υποστελεχωμένο και υποχρηματοδοτημένο Δημόσιο, που εδώ και χρόνια λειτουργούν σε μνημονιακό περιβάλλον, αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα.
Στην κατεύθυνση αυτή, η Ράνια Παπαγεωργίου παραιτήθηκε, τηρώντας μια απόλυτα συνεπή στάση, σε επίπεδο ατομικής ευθύνης, με το εξής σκεπτικό, όπως η ίδια αναφέρει στην επιστολή της προς τον Γενικό Γραμματέα και τη Γενική Διευθύντρια Διοικητικού:
«..Παραιτούμαι από προϊσταμένη τμήματος καθώς με βάση το ισχύον μνημονιακό νομικό πλαίσιο τα καθήκοντα που συνδέονται με αυτή τη θέση συγκρούονται με τις αρχές μου.
Συγκεκριμένα, μια προσεκτική ανάγνωση των περιγραμμάτων θέσεων προϊσταμένων τμημάτων άρθρο 80 του ΠΔ 147/2017 (Οργανισμός Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης) δεν αφήνει καμία αμφιβολία για την ουσία του ρόλου της προϊσταμένης τμήματος ως γρανάζι στα ασφυκτικά πλαίσια αξιολόγησης με βάση τη στοχοθεσία.
Θα ήταν εκ μέρους μου απαράδεκτη ηθική ασυνέπεια να υλοποιώ αυτά που κατήγγειλα με την ενεργό συμμετοχή μου στην απεργία αποχή της ΑΔΕΔΥ ενάντια στην αξιολόγηση με βασικά επιχειρήματα:
· Η συνολική στοχοθεσία της υπηρεσίας (και κατ’ επέκταση και η ατομική στοχοθεσία) καθορίζεται από τα πάνω, από τον υπουργό ή το όργανο διοίκησης κάθε φορέα. Οι στόχοι δηλαδή για τους οποίους θα βαθμολογηθεί ο υπάλληλος είναι καθορισμένοι, υποχρεωτικοί και άρρηκτα συνδεδεμένοι με την εφαρμογή της μνημονιακής – νεοφιλελεύθερης κυβερνητικής πολιτικής.
· Τα κριτήρια της αξιολόγησης των εργαζομένων είναι σκόπιμα αόριστα και υποκειμενικά όπως «η αφοσίωση», η «επίδειξη ενδιαφέροντος», η «πρωτοβουλία», οι «καινοτομίες» κ.ά. Παράλληλα οι εργαζόμενοι καλούνται να αξιολογηθούν για την «ικανότητα άσκησης πολλαπλών καθηκόντων». Με την εισαγωγή αυτού του κριτηρίου, νόμιμα πλέον υποχρεώνονται να εκτελούν καθήκοντα που δεν περιλαμβάνονται στο εργασιακό τους αντικείμενο και μάλιστα βαθμολογούνται γι’ αυτά. Ταυτόχρονα, σε ένα ρημαγμένο δημόσιο με απαρχαιωμένο έως άχρηστο υλικοτεχνικό εξοπλισμό αξιολογούνται για την «αναβάθμιση του εργασιακού περιβάλλοντος»!
Αντίθετα πιστεύω ότι η μη αποδοχή της επανατοποθέτησής με βάση τις διατάξεις του άρθρου 18 του ν 4492/ 2017, μιας ακόμη μεταβατικής τροπολογίας η οποία στοχεύει στο να μπαλώσει τα προβλήματα τα οποία δημιούργησε στην εφαρμογή της αντιδραστικής μεταρρύθμισης η επιτυχία της απεργίας αποχής, είναι η μόνη συνεπής στάση σε επίπεδο ατομικής ευθύνης.
Για τους λόγους αυτούς παραιτούμαι από τη θέση αρνούμενη να μετατραπώ, στο βαθμό που αναλογεί σε προϊστάμενο τμήματος, σε όργανο επιβολής της μνημονιακής πολιτικής που εμφανίζεται με το μανδύα του εκσυγχρονισμού της δημόσιας διοίκησης ενώ πρόκειται για αντιδραστική μεταρρύθμιση που στοχεύει στη συρρίκνωση και κατάργηση δομών και ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων…»
Η μεγάλη συμμετοχή των εργαζομένων στο Δημόσιο στην Απεργία – Αποχή από κάθε διαδικασία της «αξιολόγησης» ακύρωσε το νόμο Βερναρδάκη, όπως έγινε και με αυτόν του κ. Μητσοτάκη.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση πανηγυρίζει για την επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης των Δημοσίων Υπαλλήλων για το 2016 και επιστρατεύει κάθε μέσον για να εμφανίσει μια μαγική εικόνα για τη δημόσια διοίκηση που δήθεν εκσυγχρονίζεται σύμφωνα με το σχεδιασμό της.
Από την πλευρά μας ο αγώνας ενάντια στην αντιδραστική μνημονιακή μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης και τη συρρίκνωση των εργασιακών δικαιωμάτων μας θα συνεχιστεί με όλες τις δυνάμεις και με όλες τις μορφές.
Συνάδελφοι – συναδέλφισσες, ο αγώνας ενάντια στην «αξιολόγηση» συνεχίζεται!
Η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ, στο τελευταίο Γενικό Συμβούλιο, εμφάνισε σαφείς τάσεις υποχώρησης από τον αγώνα ενάντια στην «αξιολόγηση», αποδεχόμενη την αντίληψη ότι οι συνθήκες βελτίωσης των υπηρεσιών του Δημοσίου εξαρτώνται από τους υπαλλήλους και μόνο και γι’ αυτό πρέπει να «αξιολογηθούν». Παραγνωρίζουν το γεγονός ότι οι Δημόσιες Υπηρεσίες λειτουργούν χωρίς το αναγκαίο προσωπικό και επαρκή χρηματοδότηση, το γεγονός ότι οι υπάλληλοι θα «αξιολογούνται» για το κατά πόσο συμβάλλουν στο στόχο να υπηρετεί το Δημόσιο τα ιδιωτικά κερδοσκοπικά συμφέροντα!
Το Μέτωπο Ταξικής Ανατροπής (ΜΕΤΑ) προσπάθησε, μαζί με τις άλλες αγωνιστικές συνδικαλιστικές δυνάμεις στην ΑΔΕΔΥ, να κρατηθεί η ίδια αποφασιστική στάση απέναντι στην «αξιολόγηση», αλλά οι παρατάξεις ΔΑΚΕ -ΔΗΣΥΠ – ΕΑΕΚ και Δημοσιοϋπαλληλική Ανατροπή με τη στάση τους έδωσαν χείρα βοηθείας στην κυβέρνηση για να προωθήσει τα σχέδιά της.
Επειδή η πραγματική ζωή δεν μετριέται μόνο με τις ψήφους του ΓΣ της ΑΔΕΔΥ, ως ΜΕΤΑ δεσμευόμαστε να στηρίξουμε με κάθε τρόπο τη συνεπή αγωνιστική στάση όσων έμπρακτα αρνούνται να συναινέσουν σε πολιτικές που διαλύουν το Δημόσιο και καλούμε όλους τους συναδέλφους-ισσες να μην υποκύψουν στους κυβερνητικούς εκβιασμούς και μεθοδεύσεις, να συνεχίσουν τη μάχη κατά της «αξιολόγησης» και να παλέψουν αποτελεσματικά ενάντια και στην ηλεκτρονική μορφή της «αξιολόγησης», ώστε να μην υλοποιηθεί.