Με το «καλημέρα» (όσο καλή μπορεί να είναι) της θητείας της η νέα κυβέρνηση δείχνει τα «δόντια» της φέρνοντας για ψήφιση στη βουλή νομοθετήματα που θα εξυπηρετήσουν τους φιλελεύθερους σχεδιασμούς της για την «ανάπτυξη» σε βάρος των εργαζομένων και της κοινωνίας.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, συνεχίζοντας από εκεί που το άφησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, νομοθετεί το «επιτελικό» κράτος με πραγματικό στόχο την παραμονή και ενίσχυση κυρίως των υπηρεσιών που ασκούν δημόσια εξουσία όπου με την αρωγή των κατασταλτικών μηχανισμών, που επίσης ενισχύονται, θα διεκπεραιώνουν γρήγορα και αποτελεσματικά τις απαιτήσεις των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων. Ενώ διαμορφώνοντας την ανώτατη υπηρεσιακή ιεραρχία, ξεκομμένη από το βασικό σώμα των εργαζομένων στο Δημόσιο, δίνοντας ειδικές αμοιβές και προνόμια θα υλοποιεί με θέρμη και ζήλο την νεοφιλελεύθερη πολιτική της.
Επίσης η κυβέρνηση της ΝΔ με στόχο τις ιδιωτικοποιήσεις και γνωρίζοντας ότι η εποπτεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης παραμένει ασφυκτική και οι προϋπολογισμοί των Δήμων είναι ευθυγραμμισμένοι με τις επιβολές των μνημονίων και με την δημοσιονομική πολιτική, μέσα από το Διυπουργικό σ/ν και τις «Επείγουσες ρυθμίσεις του Υπουργείου Εσωτερικών» επιχειρεί να δημιουργήσει «καθεστώτα» Δημάρχων και Περιφερειαρχών στην Τοπική Αυτοδιοίκηση που θα εφαρμόζουν απαρέγκλιτα την πολιτική της.
Προφασιζόμενη την «κυβερνησιμότητα» και την αποφυγή φαινομένων ακυβερνησίας στους ΟΤΑ Α’ και Β’ βαθμού, καταργεί στην πράξη ακόμα και αυτήν την κουτσουρεμένη απλή αναλογική του «ΚΛΕΙΣΘΕΝΗ Ι» και ουσιαστικά αλλοιώνει η ίδια η κυβέρνηση την εκφρασμένη λαϊκή βούληση παρά τους ισχυρισμούς της για το αντίθετο. Με περιοριστικές συμπράξεις παρατάξεων που μάλιστα δεν ανακαλούνται δίνει υπερεξουσίες στον δήμαρχο ή περιφερειάρχη και με κατασκευασμένες πλειοψηφίες στις επιτροπές, οικονομική και ποιότητας ζωής, υποβαθμίζοντας το Δημοτικό - Περιφερειακό Συμβούλιο και τις υπόλοιπες δημοτικές - περιφερειακές παρατάξεις σε ρόλο κομπάρσου.
Με τις αντιδημοκρατικές ρυθμίσεις του νομοσχεδίου για την «κυβερνησιμότητα» έρχονται και οι αντεργατικές ρυθμίσεις. Στις αρμοδιότητες της Οικονομικής Επιτροπής στην παράγραφο ιε’ του άρθρου 3 ορίζεται ότι «Δεν επιτρέπεται συμβιβασμός ή κατάργηση δίκης για απαιτήσεις μισθών, επιδομάτων, εξόδων παραστάσεων, εξόδων κίνησης και γενικά μισθολογικών παροχών οποιασδήποτε μορφής, εξαιρουμένων εκείνων για τις οποίες το νομικό ζήτημα έχει λυθεί με απόφαση ανωτάτου δικαστηρίου.»
Με την ρύθμιση αυτή η κυβέρνηση επιχειρεί να ακυρώσει τους αγώνες του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος που ανάγκασαν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να νομοθετήσει το άρθρο 54 του Ν.4447/2016 που έδινε το δικαίωμα στους Δήμους να μην ασκήσουν όλα τα ένδικα μέσα όταν πρόκειται για πρωτόδικες αποφάσεις οικονομικών διεκδικήσεων των εργαζομένων.
Με γνωστή και την απόφαση του ΣτΕ για την καταβολή των κομμένων δώρων και του επιδόματος αδείας (13ος – 14ος) η κυβέρνηση της ΝΔ ανοίγει τον δρόμο ώστε να ασκηθούν εφέσεις κατά των πρωτόδικων αποφάσεων που δικαιώνουν εργαζόμενους, μέχρι και να αναζητηθεί ακόμα και η επιστροφή των όποιων ποσών έχουν ήδη καταβληθεί, με ότι αυτό συνεπάγεται και για τις δικαστικές διεκδικήσεις που εκκρεμούν και έχουν να κάνουν κυρίως με εργαζόμενους Ιδιωτικού Δικαίου.
Η κυβέρνηση της ΝΔ λειτουργώντας σύμφωνα με τους νεοφιλελεύθερους σχεδιασμούς της, εξυπηρετώντας τις ανάγκες του κεφαλαίου, ξεκίνησε μέσα στον Αύγουστο την νομοθέτηση νέων αντιδραστικών μέτρων. Οι εργαζόμενοι όμως δεν θα μείνουν απλοί θεατές στην νέα επίθεση κατά των δικαιωμάτων τους. Συνεχίζουμε μέσα από τα συνδικάτα τον αγώνα για την κατάργηση κάθε αντιλαϊκής και αντεργατικής ρύθμισης.
ΜΕΤΑ – ΟΤΑ / Αύγουστος 2019