Με «ψίχουλα» δεν ζει ο λαός, διεκδικώντας το «καρβέλι» περνάει στην αντεπίθεση
«Κοινωνικό μέρισμα», «μπόνους», «έκτακτο βοήθημα», «ελάχιστο εισόδημα»: Είναι μερικές από τις λέξεις που χρησιμοποιούν οι κυβερνήσεις όταν παίρνουν μέτρα για την ανακύκλωση της φτώχειας, όταν πασχίζουν να «βουλώσουν στόματα», να μετριάσουν - όσο γίνεται - την εξαθλίωση, μοιράζοντας πότε πότε κανένα «αντίδωρο» στα θύματα της βάρβαρης στρατηγικής τους. Αυτές οι λέξεις ήρθαν ξανά στο προσκήνιο τόσο με τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό όσο και για την ακρίβεια που τσακίζει το λαϊκό εισόδημα.
Μια συζήτηση που γίνεται αφορμή για τη γνωστή «ψιχουλομαχία» ανάμεσα σε νυν και πρώην κυβερνήσεις, ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, γύρω από το ποιος αποδείχθηκε πιο ικανός να κόψει στα δύο ή στα τρία το ξεροκόμματο που περισσεύει από την καπιταλιστική ανάπτυξη, ποιος μπορεί να μοιράσει πιο «δίκαια» τη φτώχεια στους πολλούς ως αντιστάθμισμα της συγκέντρωσης του πλούτου στους επιχειρηματικούς ομίλους και τους μετόχους τους.
Τα «ψίχουλα» της κοροϊδίας...
Για όποιον πάρει στα σοβαρά αυτήν την αντιπαράθεση, για όποιον μείνει στο «δέντρο» όσων μοιράζονται ως περισσευούμενα από τις κυβερνήσεις, το συμπέρασμα που θα μείνει είναι το «από το ολότελα, πάλι καλά που τα πήραμε κι αυτά». Ακριβώς εκεί στοχεύει η διαμάχη ανάμεσα σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ γύρω από τα ποσά που δαπανά η κάθε κυβέρνηση ως «κοινωνικό μέρισμα»: Να μένουν στον πάτο οι απαιτήσεις των εργαζομένων, να κυριαρχεί το πώς και πόσο μοιράζεται η φτώχεια, να προσαρμόζεται διαρκώς η ζωή με βάση τις «δυνατότητες της οικονομίας». Τελικά να μένει στο απυρόβλητο η ίδια η πηγή της μιζέριας. Να συγκαλύπτεται η απόσταση που χωρίζει τις σύγχρονες δυνατότητες ζωής της εργατικής τάξης, με βάση τον πλούτο που παράγει, και την πραγματικότητα που βιώνει, μια απόσταση που διαρκώς διευρύνεται.
Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα που αξιοποιήθηκαν προπαγανδιστικά ως μέτρο της «κοινωνικής ευαισθησίας» της κυβέρνησης και προκαλούν ακόμα και τους ίδιους τους δικαιούχους.
Τα 250 ευρώ που ανακοινώθηκαν για τους χαμηλοσυνταξιούχους είναι ένα κονδύλι 210 εκατομμυρίων ευρώ. Την ίδια στιγμή, μόνο η 14η σύνταξη που καταργήθηκε το 2012 έχει στερήσει από τους συνταξιούχους 2,2 δισεκατομμύρια, δηλαδή ένα ποσό σχεδόν δεκαπλάσιο από τα ψίχουλα που μοιράζουν η σημερινή και η προηγούμενη κυβέρνηση. Επιπλέον, με την κατάργηση του ΕΚΑΣ από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο ήταν ένα μόνιμο έσοδο για τους χαμηλοσυνταξιούχους, τους αφαιρέθηκαν πάνω από 800 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, ένα ποσό τετραπλάσιο από αυτό που σήμερα τους «επιστρέφεται» ως «μέρισμα». Εκτός βέβαια από τις περικοπές που έχουν επιβληθεί στους συνταξιούχους είναι και η επιβάρυνση από διάφορα χαράτσια. Έτσι, αυτά τα 210 εκατομμύρια ευρώ δίνονται ενώ ήδη έχει γίνει η αρπαγή από την τσέπη των συνταξιούχων ποσού 410 εκατομμυρίων μέσω της «Εισφοράς Αλληλεγγύης», κάτι που συνεχίζεται και το 2022 με άλλα 398 εκατομμύρια ευρώ! Αν στα παραπάνω προσθέσουμε τις περικοπές από όλα τα μνημόνια των ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΣΥΡΙΖΑ που έχουν λεηλατήσει μέχρι κατά 40% το εισόδημα των συνταξιούχων, την ακρίβεια, τη συμμετοχή στα φάρμακα, τις ακριβοπληρωμένες υπηρεσίες Υγείας, τότε όλο και «μεγαλώνει» η εικόνα, αποκαλύπτοντας τον εμπαιγμό από κάθε κυβέρνηση που επιχειρεί να κερδίσει «ανοχή» επικαλούμενη μερικές δεκάδες ευρώ κάθε χρόνο.
Εκτός από τους συνταξιούχους, «μπόνους» ανακοινώθηκε και για τους υγειονομικούς, με την κυβέρνηση να το επικαλείται για δεύτερη φορά ως «επιβράβευση» των «ηρώων» της πανδημίας. Βέβαια, δεν αφορά όλους τους υγειονομικούς, αλλά μόνο αυτούς της «πρώτης γραμμής», όπως προκλητικά λέει, οι οποίοι θα μοιραστούν 338,5 εκατ. ευρώ, με μισό μισθό για τον καθένα. Στο μεταξύ, μέχρι να καταφέρουν να ...απολαύσουν αυτήν τη γαλαντομία της κυβέρνησης, οι υγειονομικοί (και όχι μόνο της «πρώτης γραμμής») στερούνται χιλιάδες απλήρωτες εφημερίες, που φτάνουν μέχρι και τους 6 μήνες. Στερούνται ποσά για τα οποία έχουν δικαιωθεί ακόμα από το 2018 και καμιά κυβέρνηση δεν τους έχει αποδώσει αφού το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αποφασίσει την επαναφορά του μισθού τους στα προ μνημονίων επίπεδα, όπως και την καταβολή του 13ου και 14ου μισθού. Ενώ, την ίδια μέρα που ανακοινωνόταν το παραπάνω «μπόνους», εκατοντάδες συμβασιούχοι εργαζόμενοι στον ΕΟΔΥ έπαιρναν μήνυμα από τη διοίκηση του Οργανισμού ότι δεν πρόκειται να τους καταβληθεί η μισθοδοσία του Οκτώβρη. Παράλληλα, χιλιάδες είναι οι συμβασιούχοι σε όλο το σύστημα Υγείας, στα δημόσια νοσοκομεία και άλλες δομές που αναμένουν ξανά είτε την απόλυσή τους είτε την ολιγόμηνη παράταση της ομηρίας τους, και την ίδια στιγμή καλούνται να πουν κι «ευχαριστώ» στην κυβέρνηση για το περιβόητο «μπόνους».
...και το «καρβέλι» της πρόκλησης
Αν οι παραπάνω λεπτομέρειες δίνουν ένα ακόμα μέρος της «μεγάλης εικόνας», αυτή συμπληρώνεται μόλις εστιάσει κανείς στο «καρβέλι», πέρα από τα ...ψίχουλα. Γιατί όσα «έκτακτα βοηθήματα» κι αν δοθούν, όσο κι αν διαφημιστούν μέσα από τα πρωτοσέλιδα, τις δηλώσεις και τη δικομματική κοκορομαχία, αυτά δεν φτάνουν με τίποτα τα ποσά που δίνονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στο μεγάλο κεφάλαιο και τα οποία αποτελούν τελικά το «καρβέλι».
Πώς να συγκριθούν λοιπόν τα «μερίσματα» της φτώχειας με τα 4 δισ. ευρώ που δίνουν όλες οι κυβερνήσεις, είτε με μνημόνια είτε χωρίς μνημόνια, για τις ανάγκες του ΝΑΤΟ, για το «πλασάρισμα» της αστικής τάξης σε καλύτερες θέσεις στην περιοχή μας; Πώς να συγκριθούν με τα 2,3 δισ. ευρώ που όλα μαζί τα αστικά κόμματα ψήφισαν να καταλήξουν στη γαλλική βιομηχανία για τα «Rafale» ή για τις φρεγάτες;
Πώς να συγκριθούν με τα εκατοντάδες εκατομμύρια που δόθηκαν για να μη ...λείψουν από τους επιχειρηματικούς ομίλους των αερομεταφορών και στους εφοπλιστές κατά τη διάρκεια της πανδημίας; Πώς να συγκριθούν με τις προκλητικές φοροαπαλλαγές στο μεγάλο κεφάλαιο, τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, τα μέτρα θωράκισης της ανταγωνιστικότητας και έντασης της εκμετάλλευσης, της δουλειάς - λάστιχο, των απλήρωτων υπερωριών κ.ο.κ.;
Πώς να συγκριθούν με τις πολύμορφες επιδοτήσεις, όπως αυτές που περιλαμβάνει το Ταμείο Ανάκαμψης με τα συνολικά πάνω από 59 δισ. ευρώ, που κατευθύνονται για την ενίσχυση των επενδυτικών σχεδίων των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, ή με τους κάθε φορά «επενδυτικούς νόμους» που μπουκώνουν με «ζεστό» κρατικό χρήμα τους καπιταλιστές;
Με οδηγό τις σύγχρονες ανάγκες για την οργάνωση της αντεπίθεσης
Η «μεγάλη εικόνα» λοιπόν περιλαμβάνει όλα εκείνα τα μέτρα που, θωρακίζουν την καπιταλιστική κερδοφορία συσσωρεύοντας όλο και περισσότερη μιζέρια στα εργατικά - λαϊκά στρώματα. Που εντείνουν όλες τις πηγές της φτώχειας, είτε αυτή ονομάζεται «ακραία» είτε «μέτρια». Άλλωστε, η ακρίβεια που μαστίζει τα λαϊκά νοικοκυριά, οι ανατιμήσεις στο ρεύμα και στα προϊόντα πλατιάς κατανάλωσης αποτελούν εκτός από όλα τ' άλλα και απόνερα της πολιτικής στήριξης των επενδύσεων, του κρατικού χρήματος για την ενίσχυση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, που προσκυνούν ευλαβικά όλοι οι «ψιχουλομάχοι». Αν σήμερα ο λαός πληρώνει αυτές τις παροχές στο κεφάλαιο «σφίγγοντας το ζωνάρι» για να τα φέρει βόλτα, αργότερα θα έρθει η επόμενη λυπητερή για την εξασφάλιση της «δημοσιονομικής σταθερότητας», αφού όπως διαμηνύουν και τα επιτελεία της ΕΕ «τζάμπα γεύμα» δεν υπάρχει.
Όσο περισσότερο τραβιέται η «κουρτίνα» της κάλπικης αντιπαράθεσης γύρω από τα ψίχουλα, τόσο η μεγάλη εικόνα που αποκαλύπτεται δείχνει και το «χάσμα» που υπάρχει ανάμεσα στον πλούτο που τους αρπάζουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι, με τη στήριξη του κράτους και των κυβερνήσεων, και στις ανάγκες τους που σήμερα ασφυκτιούν στα όρια των «αντοχών» της οικονομίας.
Γι' αυτό είναι επείγουσα ανάγκη να αναπτυχθεί η πάλη για εκείνα που μπορούν να θωρακίσουν τον εργαζόμενο και όχι τα αφεντικά του: Για επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, για να μην αμείβεται κανένας εργαζόμενος με λιγότερα από 751 ευρώ, για κατάργηση του νόμου Βρούτση - Αχτσιόγλου που απαγορεύει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, για επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού και αντίστοιχα των συντάξεων. Για να μην πληρώνει κανένας εργαζόμενος για την Υγεία και τη μόρφωση κ.ο.κ. Για όλα εκείνα δηλαδή που απορρίπτουν οι κυβερνήσεις και που οι εργαζόμενοι μόνο μέσα από την πάλη τους μπορούν να επιβάλουν.
Μια πάλη που όσο περισσότερο φωτίζει το «καρβέλι», επομένως και τις σύγχρονες δυνατότητες να ικανοποιήσει ο λαός τις ανάγκες του, τόσο πιο πολύ θα επιβεβαιώνεται η ανάγκη σύγκρουσης με τον πραγματικό αντίπαλο - το κεφάλαιο και την εξουσία του - και της πάλης για τη διέξοδο: Για να γίνουν οι εργαζόμενοι ιδιοκτήτες του πλούτου που παράγουν...
Αναδημοσίευση από: ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Σάββατο 27 Νοέμβρη 2021 - Κυριακή 28 Νοέμβρη 2021