«Οι δυνάμεις του ΜΕΤΑ να πρωτοστατήσουν με ανιδιοτέλεια στην αλλαγή της πορείας του συνδικαλιστικού κινήματος της χώρας μας»
*Του Γιώργου Χαρίση
Πέρασαν εννιά μήνες από το συνέδριο (Νοέμβρης 2013) της ΑΔΕΔΥ και ενώ δεν συγκροτήθηκε ακόμη το προεδρείο της, αυτό το διάστημα, τηρουμένων πάντα των αναλογιών, των δυνατοτήτων και των προσδοκιών, ήταν θετικό σε αγωνιστικές πρωτοβουλίες και δράσεις, απεργιακές κινητοποιήσεις και συλλαλητήρια, παρεμβάσεις σε ευρύτερα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα που άγγιξαν μια μεγάλη γκάμα δραστηριοτήτων, από την αλληλεγγύη στους Κούρδους και στους Τούρκους αγωνιστές μέχρι την αντίθεσή της σε ζητήματα περιορισμού δημοκρατικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα μας.
Αυτά βεβαίως αποτελούν τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις ενός συνδικάτου και δεν συνιστούν την αφετηρία μιας διαφορετικής αγωνιστικής, διεκδικητικής και ταξικής πορείας στο συνδικαλιστικό κίνημα των δημοσίων υπαλλήλων, τα αναφέρουμε όμως γιατί αυτά δεν θεωρούνται δεδομένα από την γραφειοκρατική ηγεσία πχ της ΓΣΕΕ.
Επειδή όμως η εικόνα της ΑΔΕΔΥ για τους εργαζόμενους είναι θολή, αλλά και το γεγονός ότι σ’ αυτήν αντανακλάται το επίπεδο συνείδησης, προσωπικής στάσης και συμπεριφορών του συνόλου των δημοσίων υπαλλήλων, είναι χρήσιμο να αναλύσουμε αυτή την εικόνα και να την κάνουμε πιο καθαρή και διαυγή, για να μπορέσουμε και να την αλλάξουμε.
Στο τελευταίο συνέδριο της ΑΔΕΔΥ και για πρώτη φορά στα μεταπολεμικά χρονικά, οι δυνάμεις τους εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού ηττήθηκαν και έχασαν την απόλυτη πλειοψηφία στη διοίκησή της, ενώ οι δυνάμεις της συνδικαλιστικής Αριστεράς αυξήθηκαν, οι συνολικοί όμως συσχετισμοί δεν προσδιόρισαν έναν σαφή αγωνιστικό προσανατολισμό, που θα αποτελούσε την αφετηρία μιας νέας πορείας.
Είναι λάθος όμως να υποτιμά κανείς αυτές τις αλλαγές και ανακατατάξεις, όχι μόνο γιατί αποτελούν προϊόν των τεκτονικών αλλαγών που συντελούνται συνολικά στο δημόσιο, από τη μνημονιακή νεοφιλελεύθερη λαίλαπα της διάλυσής του, αλλά και γιατί αναβιώνουν στο συλλογικό υποσυνείδητο της νέας γενιάς των εργαζομένων και της ελληνικής κοινωνίας τη μεγάλη συνεισφορά της Αριστεράς στις κρίσιμες στιγμές της ιστορίας του τόπου μας, στην οποία πάντα προσφεύγει και αποτελεί το αποκούμπι του στα δύσκολα.
Η Αριστερά έγραψε Ιστορία όταν «έπιανε» τα μηνύματα των καιρών και λειτουργούσε ως ο συλλογικός εκφραστής των αναγκών, των καημών και των ελπίδων της εργατικής τάξης και της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού.
Δυστυχώς όμως οι σημερινές συνδικαλιστικές της ηγεσίες αποδεικνύονται κατώτερες των περιστάσεων.
Οι δυνάμεις της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και του ΜΕΤΑ, απ’ την πρώτη στιγμή, πρότειναν τη συγκρότηση ενός αγωνιστικού προεδρείου με πυρήνα της δυνάμεις της συνδικαλιστικής Αριστεράς και με τη συμμετοχή και τη στήριξη δυνάμεων που αποδεσμεύονται από την ΠΑΣΚΕ και με συμφωνία πάνω σε ένα μίνιμουμ προγραμματικό πλαίσιο, που θα αποκαθιστούσε την αξιοπιστία της ΑΔΕΔΥ, θα υπεράσπιζε τον κοινωνικό χαρακτήρα των υπηρεσιών του δημοσίου, τις θέσεις εργασίας και τα δικαιώματα των εργαζομένων από τη μνημονιακή λαίλαπα και θα δρομολογούσε οργανωτικές καταστατικές αλλαγές με στόχο την αποκατάσταση της ενότητας των εργαζομένων στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα και την ενοποίηση των ομοσπονδιών της.
Σ’ αυτήν την πρόκληση του ΜΕΤΑ, αλλά και την πρόκληση της συγκυρίας, η ηγεσία του ΠΑΜΕ αρνήθηκε και απείχε, συνεχίζοντας ένα μοναχικό, διασπαστικό και στην μνημονιακή περίοδο, περίεργο ρόλο για τον οποίο θ’ έρθει η στιγμή που θα απολογηθεί και θα λογοδοτήσει στους εργαζόμενους. Η στάση της αυτή κρατά έξω από την κοινή δράση κρίσιμες αγωνιστικές δυνάμεις, τις αδρανοποιεί και το χειρότερο της οδηγεί να συμπεριφέρονται ως «τουρίστες» στα συνδικάτα και ως εισαγγελείς και κριτές των πάντων, αποσπώντας πολλές φορές τα κολακευτικά λόγια, για τη συνέπειά τους από τις δυνάμεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού!
Δεν ανταποκρίθηκαν επίσης και οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, οι οποίες δέσμιες των εσωτερικών τους αντιθέσεων, των παραλυτικών τους ισορροπιών, αλλά και ενός άκρατου τακτικισμού, χρησιμοποιούν ως άλλοθι τη στάση του ΠΑΜΕ και ευελπιστώντας ότι θα επωφεληθούν και αυτές από μια κατάσταση ακινησίας.
Οι δυνάμεις της ΠΑΣΚΕ και τις ΔΑΚΕ, με την επαμφοτερίζουσα πολλές φορές στάση όλων των άλλων εκδοχών και διασπάσεών τους, επεδίωξαν απ’ την αρχή την παραλυτική ακινησία της ΑΔΕΔΥ, σαμποτάροντας πολλές φορές και τις συνεδριάσεις της Ε/Ε, υιοθετώντας την αρχή ότι όσο δεν εκλέγεται προεδρείο, δεν συμμετέχουν και δεν συναινούν στη λήψη αποφάσεων δράσης, πλην όσων έχουν σχέση με τη διαχείριση της καθημερινότητας και τη λογιστική τακτοποίηση των υποχρεώσεών της.
Η ζωή όμως έδειξε ότι είναι πιο σύνθετη και πιο πλούσια απ’ τους προγραμματισμούς των ηγεσιών κάποιων γραφειοκρατικών ομάδων, γιατί παρά τις επιδιώξεις τους και τις αντικειμενικές δυσκολίες από την έλλειψη προεδρείου, η ίδια περίοδος, όπως εισαγωγικά αναφέρθηκε, ήταν θετική σε δράσεις, που εμπλούτισαν τη συλλογική της λειτουργία, ανέδειξαν μορφές πάλης με μεγάλη συμμετοχή, αντοχή και συνέχεια, όπως αυτή της απεργίας-αποχής από την αξιολόγηση και απεκατέστησαν, ως ένα βαθμό τη σχέση της ΑΔΕΔΥ με τα πρωτοβάθμια σωματεία και της ομοσπονδίες σε παναττικό επίπεδο τουλάχιστον.
Δεν θα ήταν υπερβολή, ούτε θα αδικούσε την αλήθεια αν λέγαμε ότι η κινητήριος δύναμη αυτών των αντιστάσεων, των ιδεών, αλλά και της καθημερινής διεκπεραίωσης των αποφάσεων και της λειτουργίας της ΑΔΕΔΥ, αυτή τη στιγμή οφείλονται κυρίως, στις λίγες σχετικά δυνάμεις του ΜΕΤΑ. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει την ευθύνη όλων των συνδικαλιστών και άλλων παρατάξεων, για την ηθική υποχρέωση που έχουν απέναντι στους εργαζόμενους που τους εκλέγουν για να προσφέρουν ανιδιοτελώς και όχι για να επωφελούνται των όποιων συνδικαλιστικών διευκολύνσεων ή να ασχολούνται με αλλότρια καθήκοντα.
Με την έναρξη όμως της νέας κρίσιμης αγωνιστικής περιόδου από το Σεπτέμβρη και με ανοιχτά τα μέτωπα της αξιολόγησης και των νέων απολύσεων, της συνέχισης της διάλυσης των υπηρεσιών του δημοσίου και των εργασιακών σχέσεων, των νέων μειώσεων σε μισθούς και συντάξεις, όλες οι δυνάμεις πρέπει να επανεξετάσουν τη στάση τους με στόχο τη συγκρότηση του προεδρείου της ΑΔΕΔΥ, που θα οργανώσει την αντίσταση των εργαζομένων απέναντι στην κυβερνητική επίθεση και θα την οδηγήσει σύντομα, με βάση και τη συνεδριακή της απόφαση, σε ένα οργανωτικό καταστατικό συνέδριο.
Η επιδίωξη των δυνάμεων του ΜΕΤΑ, από αυτό το καταστατικό-οργανωτικό συνέδριο, θα είναι η δρομολόγηση των διαδικασιών της ενοποίησης ΑΔΕΔΥ-ΓΣΕΕ, η ένταξη όλων των εργαζομένων στα συνδικάτα ανεξάρτητα σχέσης εργασίας, η ενοποίηση των ομοειδών ομοσπονδιών και συνδικάτων, ο εμπλουτισμός της εσωτερικής δημοκρατικής τους λειτουργίας και η διαμόρφωση κανόνων δεοντολογίας, που θα αποκαθιστούν την εικόνα των συνδικάτων στην κοινωνία και θα αναδεικνύουν την ανιδιοτελή προσφορά των λειτουργών της.
Για να δρομολογηθούν όμως αυτές οι διαδικασίες και κυρίως να αποκατασταθεί ο ταξικός-διεκδικητικός χαρακτήρας των συνδικάτων, πρέπει να συγκροτηθούν παντού, σ’ όλους τους κλάδους, τους χώρους εργασίας και τους νομούς οι δυνάμεις του ΜΕΤΑ και να πρωτοστατήσουν με ανιδιοτέλεια στην αλλαγή της πορείας του συνδικαλιστικού κινήματος της χώρας μας.
Οι δυνάμεις του ΜΕΤΑ πρέπει να γίνουν το ανταγωνιστικό παράδειγμα και όχι η άλλη όψη του ίδιου παραδείγματος που κατηγορούσαμε και αντιπαλεύαμε τόσα χρόνια και που οδήγησε τα συνδικάτα στη σημερινή τους απαξίωση και απομαζικοποίησή τους.
*Ο Γιώργος Χαρίσης είναι μέλος της Ε/Ε του ΜΕΤΑ