Στα προαπαιτούμενα για την «δόση» μας περιέχεται (άρθρο 13) η απαλλαγή των «επενδυτών» από την καταβολή ανταποδοτικών τελών στους δήμους.
Σκοπός αυτής της διάταξης είναι να απαλλάξει από την «επένδυση» οικονομικά βαρίδια ώστε το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας να γίνει ακόμα πιο δελεαστικό για τα αρπακτικά του μεγάλου κεφαλαίου, ενώ το κόστος θα μετακυλήσει στο δημόσιο, τους εργαζόμενους και τους πολίτες.
Η παρέμβαση δε του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης όπως διατυπώθηκε από τον Γενικό Γραμματέα κ. Κώστα Πουλάκη, […]οι παραχωρησιούχοι δεν θα απαλλάσσονται από όλες συλλήβδην τις αμοιβές που χαρακτηρίζονται «τέλη», αλλά μόνο από όσες είναι πράγματι ανταποδοτικές σε σύνδεση με συγκεκριμένη υπηρεσία. Η απαλλαγή αυτή, προσθέτει, είναι δυνητική και θα πρέπει να προβλέπεται ρητά στην οικεία σύμβαση ότι ο ανάδοχος αναλαμβάνει να παρέχει μόνος του τις αντίστοιχες υπηρεσίες.[…], χειροτερεύει την κατάσταση αντί να την βελτιώνει, γιατί :
● συνεχίζεται ο οικονομικός στραγγαλισμός των δήμων αφαιρώντας τα έσοδα που θα είχαν από την καταβολή των ανταποδοτικών τελών,
● «σπρώχνει» τις υπηρεσίες καθαριότητας στα χέρια των ιδιωτών – εργολάβων και
● ανοίγει τους ασκούς του Αιόλου, καθώς είναι σίγουρο ότι στο «ευεργέτημα» της διάταξης για μη καταβολή ανταποδοτικών τελών, εφ’ όσον δεν θα χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες των δήμων (καθαριότητα), θα απαιτήσουν να συμπεριληφθούν και μεγάλες επιχειρήσεις (σούπερ μάρκετ, εμπορικά κέντρα, εργοστάσια κλπ), που λειτουργούν εντός των διοικητικών ορίων των δήμων.
Η πλειοψηφία της ΚΕΔΕ με ανακοίνωσή της, αναγνωρίζει ότι η παρέμβαση του Υπουργείου κινείται προς θετική κατεύθυνση, αλλά από την άλλη προαναγγέλλει αυξήσεις στα δημοτικά τέλη των ήδη οικονομικά εξαθλιωμένων νοικοκυριών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αναφέροντας συγκεκριμένα ότι : «Αν περάσει η ρύθμιση αυτή, οι δήμοι θα υποχρεωθούν να καλύπτουν τα έξοδα των υπηρεσιών τους από μειωμένο αριθμό υπόχρεων και αυτό θα έχει ως ουσιαστικό αποτέλεσμα την αύξηση της επιβάρυνσης με ανισομερή και άδικο τρόπο των νοικοκυριών και των υπόλοιπων επιχειρήσεων που θα εξακολουθούν να υπόκεινται στο καθεστώς πληρωμής ανταποδοτικών τελών».
Αντί η πλειοψηφία της ΚΕΔΕ να απαιτήσει την άρση της απαγόρευσης προσλήψεων μόνιμου προσωπικού τουλάχιστον στις υπηρεσίες ανταποδοτικού χαρακτήρα που δεν επηρεάζουν τον κρατικό προϋπολογισμό και να οργανώσουν τις υπηρεσίες των δήμων ώστε υποχρεωτικά να παρέχονται σε όσους βρίσκονται εντός των διοικητικών τους ορίων, διεκδικώντας παράλληλα τους πόρους που τους ανήκουν, βρίσκει αφορμή για νέα οικονομική αφαίμαξη των δοκιμασμένων, από την μνημονιακή πολιτική της λιτότητας και της εξαθλίωσης, φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όπου η καθαριότητα δόθηκε στους εργολάβους (βλ. νοσοκομεία) το κόστος για το δημόσιο ανέβηκε κατά 40% περίπου, μιας και σ’ αυτό συμπεριλαμβάνεται το εργολαβικό κέρδος και κυρίως ενισχύθηκε ένας τομέας της μαφιόζικης «επιχειρηματικότητας», όπου χρησιμοποιείται για την ισοπέδωση των εργασιακών σχέσεων, τον εκβιασμό και την τρομοκρατία των εργαζομένων και την μη τήρηση καμιάς διάταξης της εναπομείνασας εργατικής νομοθεσίας.
Το ΜΕΤΑ – ΟΤΑ είναι ενάντια στην κάθε μορφή «διευκόλυνσης» και πρωτίστως στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και του εθνικού πλούτου που επιχειρείται και αποτελούν αφετηρίες και στήριγμα για την παραγωγική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη της χώρας.
Οι προσλήψεις μόνιμου προσωπικού τουλάχιστον σε ανταποδοτικές και κοινωνικές υπηρεσίες, που καταργεί μνημονιακό μέτρο και «ρίχνει» το άλλοθι της πλειοψηφίας των αιρετών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, να γίνει προμετωπίδα του αγώνα κατά των ιδιωτικοποιήσεων.
ΜΕΤΑ-ΟΤΑ / 16-10-2015