Του Άγγελου Τσέκερη
Με
αφορμή το τυχοδιωκτικό «Όχι» της Κύπρου, και τις δραματικές του
επιπτώσεις, θα ήταν καλό να αναθεωρήσουμε ορισμένες ιστορικές αφηγήσεις,
που επιβιώνουν μέχρι σήμερα, λόγω της ιδεολογικής ηγεμονίας της
Αριστεράς. Αναφερόμαστε στο «Όχι» που είπε η Ελλάδα το 1940 και εξαιτίας
του οποίου η χώρα μπήκε σε τρομακτικές περιπέτειες.
Τι καταφέραμε το 1940 με το «Όχι»; Ούτε ο πόλεμος αποτράπηκε, ούτε η
Κατοχή, ούτε η πείνα και η δυστυχία. Αντιθέτως, το δεύτερο σχέδιο που
εφαρμόστηκε ήταν χειρότερο. Πολύς κόσμος πέθανε, χωριά καταστράφηκαν,
ελλείψεις σε τρόφιμα, φάρμακα και είδη πρώτης ανάγκης δημιούργησαν
ανθρωπιστική κρίση. Ο πληθωρισμός εξαφάνισε το νόμισμα και η μαύρη αγορά
κυριάρχησε στην οικονομία. Δεν θα ήταν πιο ώριμο να έχουμε ακολουθήσει
τον δρόμο της συνεννόησης και της διαπραγμάτευσης; Ειδικά όταν ξέραμε
ότι ο ξένος παράγοντας θα είναι αδιάλλακτος και θα εφαρμόσει το σχέδιό
του, ανεξάρτητα από τις προθέσεις μιας μικρής χώρας σαν την Ελλάδα;
Χάσαμε έτσι την ευκαιρία να ανασυγκροτηθούμε, να συμφωνήσουμε σε έναν
σχέδιο συνεργασίας, και τελικά να μπούμε σε τροχιά ανάπτυξης, ώστε
σταδιακά να απεμπλακούμε από την ιταλογερμανική Κατοχή.
Καταστροφικός σε αυτή την υπόθεση ήταν βεβαίως ο ρόλος της Αριστεράς.
Ο άκρατος λαϊκισμός και η στείρα συνθηματολογία της υποχρέωσαν έναν
σώφρονα και ρεαλιστή ηγέτη, όπως ο Ι. Μεταξάς, να κρατήσει αρνητική
στάση στις διαπραγματεύσεις με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Το έκαναν γιατί
επενδύουν πολιτικά στην κοινωνική καταστροφή. Και αυτό φάνηκε αργότερα,
όταν, αντί να συμβάλουν με θετικές προτάσεις στην έξοδο από την κρίση,
προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν για μικροπολιτικούς λόγους τις επώδυνες
κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Υιοθέτησαν την κουλτούρα της βίας.
Οργάνωσαν μαζικές διαδηλώσεις, ταλαιπωρώντας τους πολίτες, υπονομεύοντας
τον τουρισμό και καταστρέφοντας την ήδη δοκιμαζόμενη εμπορική κίνηση
του κέντρου της Αθήνας. Προκάλεσαν φθορές σε υπουργεία. Έκαψαν κρατικά
αρχεία και ματαίωσαν την πολιτική επιστράτευση, πλήττοντας την διεθνή
αξιοπιστία της χώρας. Αρνήθηκαν να δεχτούν την αξιοποίηση της Μακεδονίας
από τους Βούλγαρους δανειστές μας, επιμένοντας στη λογική τού «να μην
αλλάξει τίποτα». Και το χειρότερο από όλα, η ένοπλη βία που άσκησε στην
ύπαιθρο το ΕΑΜ και οι συνιστώσες της ανευθυνότητας του Σιάντου,
εξάντλησε την υπομονή των τότε συμμάχων μας, οι οποίοι αναγκάστηκαν να
πάρουν τα σκληρότερα δυνατά μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν την
ομαλότητα και την κοινωνική ειρήνη. (Ο Καλύβας και ο Μαρατζίδης τα έχουν
πει χιλιάδες φορές, αλλά η Καθημερινή και το Βήμα τα έγραφαν από τότε.)
Η αμφισβήτηση των αξιών της κατοχικής διακυβέρνησης, η ανοχή απέναντι
στη βία και η δαιμονοποίηση των ξένων, στέρησαν από την Ελλάδα τη
μοναδική ευκαιρία που είχε να μετεξελιχθεί σε σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος.
Οι λίγες φωνές που υπερασπίστηκαν τη λογική, τον ρεαλισμό,
λοιδορήθηκαν, καταδιώχτηκαν, προπηλακίστηκαν. Πολιτικοί χαμηλών τόνων,
όπως ο στρατηγός Τσολάκογλου και ο Ιωάννης Ράλλης, χλευάστηκαν με
πρωτοφανή τρόπο. Οι επικεφαλής και τα στελέχη της Ειδικής Ασφάλειας
στοχοποιήθηκαν. Μεταρρυθμίσεις που ήταν αναγκαίες για τη χώρα, όπως η
συγκρότηση των Ταγμάτων Ασφαλείας, η καθιέρωση του θεσμού των Μπλόκων
και η παραγωγική αξιοποίηση του Σκοπευτηρίου της Καισαριανής, ξεσήκωσαν
την κατακραυγή των βολεμένων και των συντεχνιών. Αντί να μας οδηγήσει
στην ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό, η Κατοχή αποδείχτηκε άλλη μια
χαμένη ευκαιρία να ξεμπερδεύουμε με τα ιδεολογήματα της Μεταπολίτευσης
και την ηγεμονία της Αριστεράς.
Σήμερα η Ελλάδα χάνει άλλη μια ιστορική ευκαιρία. Επενδυτές που
αδημονούν να φέρουν τις επιχειρήσεις και τα λεφτά τους στην Ελλάδα,
αποθαρρύνονται από τη γραφειοκρατία των μισθών, των εργοδοτικών
ασφαλιστικών εισφορών και των κομμουνιστικής έμπνευσης περιβαλλοντικών
διατάξεων. Το Δημόσιο εξακολουθεί να απασχολεί ανθρώπους και να τους
πληρώνει όπως στη Βενεζουέλα του Τσάβες, λες και δεν υπάρχουν ιδιωτικές
εταιρείες να κάνουν την ίδια δουλειά με ενοικιαζόμενους ανασφάλιστους. Ο
κατώτατος μισθός παραμένει εξοργιστικά υψηλός, υπό την προστασία του
λαϊκισμού. Το Ειδικό Ενιαίο Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών
διασύρεται και δυσφημείται ως «Χαράτσι», με αποτέλεσμα να είναι πλέον
αμφίβολη η παράταση της ισχύος του.
Στην Ελλάδα της κρίσης ο λαϊκισμός και ο στείρος αρνητισμός
κυριαρχούν. Αλλά δεν φταίμε εμείς. Φταίνε οι δανειστές μας που παρά τα
όσα συνέβησαν, επιμένουν για μια ακόμα φορά να είναι τόσο επιεικείς μαζί
μας. Και με την Κύπρο.
Πηγή: Αυγή