1. Σύζυγοι αναπήρων.
Οι προϋποθέσεις, οι οποίες θα πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά για τη συνταξιοδότηση των συζύγων αναπήρων, είναι οι εξής:
α) ο σύζυγος να είναι ανάπηρος με ποσοστό 80% και άνω,
β) να υφίσταται έγγαμος βίος διάρκειας τουλάχιστον 10 ετών πριν από την υποβολή της αιτήσεως συνταξιοδότησης,
γ)
ο σύζυγος του ανάπηρου να έχει πραγματοποιήσει τουλάχιστον 7.500 ημέρες
πραγματικής ή προαιρετικής ασφάλισης ή 25 έτη ασφάλισης, ανεξαρτήτως
της ηλικίας του ή του χρόνου υπαγωγής του στην ασφάλιση και να μη
λαμβάνει ήδη σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το
δημόσιο.
2. Γονείς αναπήρων.
Οι προϋποθέσεις, οι οποίες θα πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά για τη συνταξιοδότηση του γονέα αναπήρου παιδιού είναι οι εξής:
α)
το παιδί πρέπει να είναι άγαμο και ανάπηρο με ποσοστό 67% και άνω, να
μην εργάζεται και να μη νοσηλεύεται σε ίδρυμα με δαπάνη ασφαλιστικού ή
άλλου δημόσιου φορέα
β)
ο γονέας που θα συνταξιοδοτηθεί με αυτές τις διατάξεις πρέπει να έχει
πραγματοποιήσει τουλάχιστον 7.500 ημέρες ασφάλισης ή 25 έτη ασφάλισης,
ανεξαρτήτως της ηλικίας του ή του χρόνου υπαγωγής του στην ασφάλιση και
να μη λαμβάνει ήδη σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το
δημόσιο.
γ) ο
έτερος γονέας πρέπει, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης
συνταξιοδότησης του γονέα που ασκεί το δικαίωμα, να έχει
πραγματοποιήσει τουλάχιστον 2.400 ημέρες ή 8 έτη πραγματικής ασφάλισης
σε φορείς κύριας ασφάλισης ή/και το δημόσιο, εκ των οποίων οι 600 ημέρες
ή τα 2 έτη να έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία 4 χρόνια, να
εργάζεται, να μη λαμβάνει και να
μην έχει θεμελιώσει δικαίωμα συνταξιοδότησης από οποιονδήποτε
ασφαλιστικό οργανισμό ή το δημόσιο, να έχει υποβάλει υπεύθυνη δήλωση
προς τον ασφαλιστικό φορέα ή τους ασφαλιστικούς φορείς που είναι
ασφαλισμένος ότι δεν έχει ασκήσει, ούτε προτίθεται να ασκήσει στο μέλλον
δικαίωμα συνταξιοδότησης με τις προϋποθέσεις της διάταξης αυτής
Σε περίπτωση λύσης του γάμου
α) εάν το
ανάπηρο παιδί είναι ανήλικο, το δικαίωμα ασκείται από το γονέα που έχει
την επιμέλεια με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Λόγω της κατ' εξαίρεση
παραχώρησης δικαιώματος συνταξιοδότησης με εξαιρετικά ευνοϊκότερες
προϋποθέσεις απ' ότι στους λοιπούς ασφαλισμένους, η άσκηση της
επιμέλειας κατόπιν συναινετικού διαζυγίου δεν αρκεί για τη συμπλήρωση
των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης. Αντιθέτως, απαιτείται η επιμέλεια του
ανήλικου παιδιού να έχει δοθεί στο διαζευγμένο γονέα με αμετάκλητη
δικαστική απόφαση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Αστικό Κώδικα.
β) εάν το ανάπηρο παιδί είναι ενήλικο, το δικαίωμα ασκείται
από το γονέα που είχε την επιμέλεια όσο το παιδί ήταν ανήλικο, εάν η
λύση του γάμου επήλθε πριν την ενηλικίωσή του, από έναν από τους δύο
γονείς κατόπιν δικής τους συμφωνίας και εφόσον τηρούνται όλες οι
προϋποθέσεις που τίθενται στην παρούσα διάταξη, εάν η λύση του γάμου
επήλθε μετά την ενηλικίωση του παιδιού, από το γονέα που έχει τεθεί
δικαστικός συμπαραστάτης με αμετάκλητη δικαστική απόφαση λόγω ψυχικής ή
διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας του παιδιού
3. Αδελφοί/ές αναπήρων
Οι προϋποθέσεις, οι οποίες θα πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά για τη συνταξιοδότηση των αδελφών αναπήρων παιδιών είναι οι εξής:
α) ο ανάπηρος αδελφός πρέπει:
-να είναι άγαμος και ανάπηρος με ποσοστό 67% και άνω, να μην εργάζεται,
-να μη νοσηλεύεται σε ίδρυμα με δαπάνη ασφαλιστικού ή άλλου δημόσιου φορέα,
-για
τουλάχιστον μία πενταετία από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης
συνταξιοδότησης να συνοικεί αποδεδειγμένα και να βαρύνει οικονομικά τον
αδελφό που θα συνταξιοδοτηθεί. Η συνοίκηση και η οικονομική επιβάρυνση
αποδεικνύονται από τα έντυπα Ε1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος που
υπέβαλε ο αδελφός που βαρύνεται κατά τα τελευταία πέντε οικονομικά έτη
που προηγούνται του χρόνου υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
β) ο αδελφός που θα συνταξιοδοτηθεί με αυτές τις διατάξεις θα πρέπει:
-να
έχει πραγματοποιήσει τουλάχιστον 7.500 ημέρες πραγματικής ή
προαιρετικής ασφάλισης ή 25 έτη ασφάλισης, ανεξαρτήτως της ηλικίας του ή
του χρόνου υπαγωγής του στην ασφάλιση,
-να μη λαμβάνει ήδη σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το δημόσιο,
-να
έχει τεθεί δικαστικός συμπαραστάτης του ανάπηρου αδελφού με αμετάκλητη
δικαστική απόφαση λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής
αναπηρίας αυτού για τουλάχιστον μία πενταετία από την ημερομηνία
υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε
λόγο παύσει η δικαστική συμπαράσταση ή διακοπεί η συνοίκηση, η σύνταξη
θα διακοπεί από την ημερομηνία της παύσης ή της διακοπής αντίστοιχα και
θα επαναχορηγηθεί σε περίπτωση που συντρέξουν εκ νέου όλες οι
προϋποθέσεις της παρούσας διάταξης
γ) οι γονείς των δύο αδελφών θα πρέπει να μη βρίσκονται εν ζωή ή να είναι ανάπηροι με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω.
Γενικές οδηγίες
1. Ο
γονέας, σύζυγος ή αδελφός ανάπηρου ατόμου, ασφαλισμένος σε φορείς κύριας
και επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και
Κοινωνικής Ασφάλισης, θεμελιώνει δικαίωμα συνταξιοδότησης με την παρούσα
διάταξη με την προϋπόθεση ότι έχει συμπληρώσει 7.500 ημέρες ασφάλισης ή
25 έτη ασφάλισης, ανεξαρτήτως της ηλικίας του ή του χρόνου υπαγωγής του
στην ασφάλιση. Ο χρόνος αυτός απαιτείται να είναι χρόνος πραγματικής
ή/και προαιρετικής ασφάλισης.
Δεν επιτρέπεται η συμπλήρωση του χρόνου αυτού με άλλους αναγνωριζόμενους χρόνους, παρά μόνο με:
α) το χρόνο στρατιωτικής θητείας που αναγνωρίζεται κατόπιν εξαγοράς
β) το χρόνο γονικής άδειας ανατροφής παιδιών του
γ) τον προβλεπόμενο από την ΕΓΣΣΕ χρόνος απουσίας από την εργασία λόγω κύησης και λοχείας.
2. Ο
γονέας, σύζυγος ή αδελφός ανάπηρου ατόμου που επιθυμεί να
συνταξιοδοτηθεί με τις προϋποθέσεις της διάταξης αυτής, θα πρέπει να μην
έχει καταστεί ήδη συνταξιούχος οποιουδήποτε ασφαλιστικού φορέα κύριας
ασφάλισης ή του δημοσίου. Σε περίπτωση που έχει θεμελιώσει
συνταξιοδοτικό δικαίωμα σε κάποιον άλλο ασφαλιστικό φορέα κύριας
ασφάλισης ή το δημόσιο αλλά δεν το έχει ασκήσει, δεν μπορεί σε καμία
περίπτωση να κάνει χρήση των ευνοϊκών προϋποθέσεων της παρούσας διάταξης
για να θεμελιώσει δικαίωμα δεύτερης σύνταξης (ούτε και εντός του
εξαμήνου από την έκδοση της συνταξιοδοτικής απόφασης από τον πρώτο φορέα
που τίθεται ως προϋπόθεση στην παρ. 6 αρ. 19 του ν. 2150/93).
3. Σε
περίπτωση που το ανάπηρο άτομο (παιδί, σύζυγος, αδελφός/ή) μετά τη
συνταξιοδότηση του γονέα, συζύγου ή αδελφού, εργαστεί ως μισθωτός ή
αυτοαπασχολούμενος, τότε ο γονέας, σύζυγος ή αδελφός πρέπει να δηλώσει
την εργασία στο φορέα από τον οποίο συνταξιοδοτείται, ώστε η σύνταξη που
λαμβάνει να ανασταλεί για το χρονικό διάστημα που διαρκεί η εργασία και
να επαναχορηγηθεί μετά τη διακοπή της.
4. Το
ποσό της σύνταξης που θα χορηγηθεί στο γονέα, σύζυγο ή αδελφό πρέπει να
είναι τουλάχιστον όσο το πλήρες κατώτατο όριο σύνταξης λόγω γήρατος που
χορηγεί κάθε φορά ο ασφαλιστικός του φορέας.
5. Ο
γονέας, σύζυγος ή αδελφός ανάπηρου ατόμου, ασφαλισμένος του ΟΓΑ,
θεμελιώνει δικαίωμα συνταξιοδότησης με την παρούσα διάταξη, υπό τις
ανωτέρω προϋποθέσεις μέχρι 31.12.2012 με την προϋπόθεση ότι έχει
συμπληρώσει 20 έτη ασφάλισης και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον
Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, ενώ από 1.1.2013 και εφεξής με την
προϋπόθεση ότι έχει συμπληρώσει 25 έτη ασφάλισης και καταβολής
ασφαλιστικών εισφορών στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών. Ο χρόνος
αυτός απαιτείται να είναι πραγματικός χρόνος ασφάλισης.
Δεν επιτρέπεται η συμπλήρωση του χρόνου αυτού με άλλους αναγνωριζόμενους χρόνους, παρά μόνο με:
α) το χρόνο της στρατιωτικής θητείας που αναγνωρίζεται κατόπιν εξαγοράς,
β) το χρόνο διαδοχικής ασφάλισης σε φορείς κύριας ασφάλισης και
γ) το
χρόνο ασφάλισης που διανύθηκε υπό την νομοθεσία κοινωνικής ασφάλειας
κρατών-μελών της Ε.Ε., χωρών του Ε.Ο.Χ ή της Ελβετίας ή χωρών με τις
οποίες έχει συναφθεί Διμερής Σύμβαση κοινωνικής ασφάλειας.
Πηγή: Φορολογικά Νέα