Του Γιώργου Χαρίση*
Ούτε
μήνας δεν πέρασε από την ημέρα που ανέλαβαν οι νέες δημοτικές και
περιφερειακές αρχές, χρόνος σίγουρα πολύ μικρός για κριθούν για τις
επιλογές και για την πολιτική τους, όμως η «αρχή είναι το ήμιση του παντός», όπως λέει ο λαός μας.
Στα θετικά τους πιστώνονται οι πρωτοβουλίες και η καθαρή τους στάση απέναντι στο σύστημα της «αξιολόγησης», που προωθεί η κυβέρνηση και η άρνησή τους να επιτρέψουν τον «επανέλεγχο» των φακέλων της μετατροπής των συμβάσεων,
από ορισμένου χρόνου ή έργου σε αορίστου, που έγιναν τα τελευταία
είκοσι και πλέον χρόνια, με διαφορετικά μάλιστα κριτήρια και με προφανή
κυβερνητική-τροϊκανή πρόθεση τις απολύσεις.
Η στάση τους αυτή έχει ισχυρό πολιτικό συμβολισμό, γιατί υπερασπίζονται:
1.Τους εργαζόμενους από τις απολύσεις
που συμφώνησε η κυβέρνηση και η τρόικα και που για το 2014 προβλέπονται
άλλες 6.500, ενώ μπλοκάρουν τη δημιουργία μόνιμου μηχανισμού και
ετήσιας «δεξαμενής» απολύσεων για τα επόμενα χρόνια, μέσω του συστήματος
της προσχηματικής αξιολόγησης.
2.Τις δημόσιες και κοινωνικές υπηρεσίες από την νεοφιλελεύθερη επέλαση της διάλυσης, της εμπορευματοποίησης και της ιδιωτικοποίησής τους και
3.Τη σταθερή και μόνιμη εργασία με δικαιώματα, απέναντι στην μερική, ελαστική και εκ περιτροπής εργασία χωρίς δικαιώματα.
Η
κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ για επικοινωνιακούς λόγους κατηγορεί αυτούς τους
δημάρχους και περιφερειάρχες ότι με την απόφασή τους αυτή καλύπτουν τις
παρανομίες και τα πλαστά πτυχία και πιστοποιητικά, όπου υπάρχουν.
Καταρχάς τις παρανομίες τις έκαναν οι κυβερνήσεις και τα κόμματα που κυβέρνησαν αυτό τον τόπο και δεν είναι άλλοι παρά οι ίδιοι που εμφανίζονται σήμερα ως οι τιμητές της «νομιμότητας» και της «διαφάνειας» και ως οι αυριανοί «σωτήρες» της χώρας.
Όσον αφορά τα πλαστά πτυχία και πιστοποιητικά, έχουμε δηλώσει ευθαρσώς και ως συνδικαλιστικό κίνημα και ως ΜΕΤΑ ότι είμαστε απέναντι σε τέτοια φαινόμενα σήψης και διαφθοράς.
Θεωρούμε το έγκλημα διαρκείας και ότι θα πρέπει να αναζητηθούν και οι
συνεργοί και οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί και να τιμωρηθούν.
Θα αναζητηθούν όμως; Είναι τυχαίο που ο έλεγχος αυτός δεν απευθύνεται ούτε ενοχοποιεί τους πολιτικούς τους προϊσταμένους και το πελατειακό κράτος; Η ερώτηση είναι ρητορική, γιατί η απάντηση είναι σαφώς και όχι, αφού οι ίδιοι είναι συνένοχοι στο έγκλημα.
Να
υπογραμμίσουμε ακόμη ότι η διαδικασία αυτή, της αναζήτησης δηλ. της
γνησιότητας των πιστοποιητικών και πτυχίων, είναι μια άλλη διαδικασία,
που έχει ξεκινήσει παλιότερα, είναι σε εξέλιξη και κανένας δεν εμποδίζει την ολοκλήρωσή της, εκτός ισχυρών πολιτικών παραγόντων, αν πιστέψουμε τον κατά τα άλλα μεροληπτικό επιθεωρητή δημόσιας διοίκησης κ. Ρακιτζή.
Εμείς για να τους βοηθήσουμε τους λέμε ότι αν ψάξουν στις …αυλές τους, στα υπουργικά και τα πολιτικά τους γραφεία, θα βρουν πολλούς τέτοιους, ενώ αν ξεφυλλίσουν τα κιτάπια τους
θα δουν ότι έχουν καταγεγραμμένους και τα θύματα και τους ηθικούς
αυτουργούς, γιατί ήταν ο πελατειακός τους μηχανισμός και οι ψηφοφόροι
τους.
Από την άλλη όμως δεν παρανομεί η κυβέρνηση, όταν προχωρά στον επανέλεγχο συμβάσεων σε βάθος εικοσαετίας, με διαφορετικά κριτήρια και προϋποθέσεις απ’ αυτά που ζητήθηκαν, όταν οι συμβάσεις αυτές μετατράπηκαν από ορισμένου σε αορίστου χρόνου;
Δεν παρανομεί όταν αυτές οι συμβάσεις τότε ελέχθησαν από ανεξάρτητες αρχές, όπως το ΑΣΕΠ και τα Υπηρεσιακά Συμβούλια, ενώ τώρα ελέγχονται από υπηρεσίες του υπουργείου;
Δεν παρανομεί όταν ακυρώνει τις πολιτικές συμφωνίες
μεταξύ κυβέρνησης και συνδικάτων, που έγιναν διαχρονικά, όταν οι
εκάστοτε κυβερνήσεις αναγκάστηκαν, κάτω από απεργιακούς αγώνες να
προχωρήσουν στη μετατροπή συμβάσεων;
Είχαμε
τονίσει και παλιότερα ότι οι συμφωνίες αυτές «…αντανακλούσαν κάθε φορά
τους συσχετισμούς των δυνάμεων, τη διάρκεια και την ένταση αυτών των
αγώνων…», ότι «…δεν θα τους επιτρέψουμε να πάρουν τώρα τη ρεβάνς για την ήττα τους τότε …»
και ότι «…η ερμηνεία σήμερα των συμφωνιών, που έγιναν στο παρελθόν για
το σταμάτημα απεργιακών κινητοποιήσεων, είναι ανιστόρητη, γιατί
παραγνωρίζει αυτούς τους παράγοντες…».
Αυτό που όμως θεωρούμε κρίσιμο θέμα, που θα καθορίσει τα μέτωπα που θα ανοιχτούν και τις συμμαχίες που θα διαμορφωθούν, αφορά την πολιτική προσωπικού και της στελέχωσης των υπηρεσιών των δήμων και των περιφερειών.
Η πολιτική ενάντια στη μερική και ελαστική εργασία, πρέπει να επιβεβαιωθεί στην πράξη και όχι να εκφωνείται απλά και μόνο καταγγελτικά,
που σημαίνει ότι θα πρέπει να επιδιωχθεί ο συντονισμός και η δημιουργία
ενός ευρύτερου μετώπου για την πρόσληψη μόνιμου προσωπικού και για την
μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου.
Αυτό σημαίνει ότι άμεσα θα πρέπει:
1.Να καθοριστούν οι πραγματικές ανάγκες, ιδιαίτερα στην καθαριότητα, το πράσινο, τις εργατοτεχνικές και κοινωνικές υπηρεσίες, και να προκηρυχθούν διαγωνισμοί, με διαφάνεια και συμμετοχή στον έλεγχο τοπικών λαϊκών φορέων και με δεδηλωμένη τη βούληση των δημάρχων και των περιφερειαρχών ότι δε θα απολύσουν
αυτό το προσωπικό πηγαίνοντας σε κόντρα, αντιπαράθεση και ανυπακοή με
τη μνημονιακή νομιμότητα των απαγορεύσεων στις προσλήψεις.
2.Να σταματήσουν την παροχή υπηρεσιών προς τους δήμους οι διάφορες ΚΟΙΝΣΕΠ που έχουν συσταθεί ή τα συνεργεία εργολάβων και να οργανωθεί η κάλυψη άμεσα των αναγκών με προσωπικό με σχέσεις εξαρτημένης εργασίας.
3.Τα προγράμματα κοινωφελούς-πεντάμηνης εργασίας, για την "ανακούφιση" όπως λένε των ανέργων, έτσι όπως υλοποιούνται προσβάλλουν τους ίδιους και τους εργαζόμενους, δυσφημούν το δημόσιο, είναι αντιπαραγωγικά και απαξιώνουν την αξία της εργασίας. Παράλληλα ανακυκλώνουν την ανεργία και δε δημιουργούν σταθερές θέσεις εργασίας, ενώ χρησιμοποιούνται και ως ολετήρας των εργασιακών σχέσεων και της ανατροπής των ΣΣΕ.
Τα προγράμματα αυτά πρέπει να αντικατασταθούν με προγράμματα που θα ικανοποιούν πραγματικές ανάγκες, που δεν είναι όμως πάγιες και διαρκείς και θα αντικαθιστούν εργασίες που ανατίθενται σήμερα σε ιδιώτες. Θετική είναι η εμπειρία στους ΟΤΑ από τα έργα αυτεπιστασίας.
Επιδίωξή μας τέλος θα πρέπει να είναι οι εργαζόμενοι αυτοί να αμείβονται με τις ισχύουσες ΣΣΕ, να είναι ασφαλισμένοι και να εφαρμόζεται η εργατική νομοθεσία. Πολιτικά όμως θα ασκούσε μεγάλη πίεση: α)Η υπογραφή ΣΣΕ από την ΚΕΔΕ και την ΕΝΠΕ, με τις αντίστοιχες ομοσπονδίες των εργαζομένων και β) Το αίτημα αυτές οι συμβάσεις να γίνονταν υποχρεωτικά εκτελεστές.
*Ο Γιώργος Χαρίσης είναι μέλος της Ε/Ε του ΜΕΤΑ