Του Παναγιώτη Απ. Κουτσουλέλου*
Δύο χρόνια από την εφαρμογή του προγράμματος
Δύσκολα
θα φανταζόταν ο σπουδαίος αρχαίος αρχιτέκτονας που μας παρέδωσε, μεταξύ
άλλων, τον Παρθενώνα, ως δείγμα της υψηλής πνευματικής και επιστημονικής
δημιουργίας των προγόνων μας, ότι το όνομά του θα συνδεόταν με την
αποδόμηση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ούτε καν θα είχε υποπτευθεί ο
ένδοξος αυτός πρόγονός μας ότι το επιστημονικό του κύρος και η
ανυπέρβλητη τεχνική του θα αποτελούσαν στοιχεία έμπνευσης για κάποιους,
που υπηρετώντας την εθνική εξάρτηση και την έντονη ταξική διαίρεση υπέρ
της διεθνούς και ντόπιας ολιγαρχίας, θα σκύλευαν τη φήμη του προκειμένου
να δομήσουν τη νέα αρχιτεκτονική της διοίκησης και της Αυτοδιοίκησης
στην Ελλάδα σε βάρος της λαϊκής κυριαρχίας και της κοινωνικής
δικαιοσύνης.
Δύο περίπου χρόνια, μετά την εφαρμογή του Ν. 3852/2010 «Νέα
Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης -
Πρόγραμμα Καλλικράτης», βεβαιώνεται και μάλιστα με τον πλέον
αδιαμφισβήτητο τρόπο ότι η αρχιτεκτονική αυτή, με την «κατασκευή» 370
νέων δήμων και 13 περιφερειών, δεν αποτελεί παρά μία από τις οδυνηρές
πλευρές του «μνημονιακού πολιτικού προγράμματος», μέσω του οποίου
καταλύεται το κοινωνικό κράτος, περιορίζονται κοινωνικά και συλλογικά
δικαιώματα και εκχωρείται η δημόσια περιουσία. Και όλα αυτά προκειμένου
να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα της καπιταλιστικής ολιγαρχίας, η οποία
στην προκειμένη περίπτωση ενεργεί ως αχόρταγος τοκογλύφος, που
εισπράττει ακατάπαυστα τόκους και πανωτόκια δανείων, τα οποία ουσιαστικά
μόνον η ίδια καρπώθηκε.
Μία ενδεικτική αποτίμηση του προγράμματος «Καλλικράτης»
Η
εφαρμογή του σχεδίου έχει προκαλέσει και προκαλεί πολλαπλές δυσμενείς
συνέπειες, όχι μόνον στην ίδια την Αυτοδιοίκηση, αλλά και στην κοινωνική
δικαιοσύνη και τη λαϊκή κυριαρχία, δεδομένου ότι ο «Καλλικράτης»
ουσιαστικά δεν αποτελεί παρά ένα εργαστήρι της κεντρικής διοίκησης, στο
οποίο λαμβάνουν χώρα όχι μόνον πειραματισμοί αλλά και πρωτογενείς
εφαρμογές σε βάρος ουσιωδών πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων του
ελληνικού λαού . Μία ενδεικτική αποτίμηση των "καλλικρατικών" έργων και
ημερών επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές:
α) Η συστηματική εξάλειψη του κοινοτισμού και η κατάλυση της αρχής της τοπικής αυτονομίας
Τόσο ο
κοινοτισμός ως δυνατότητα αλλά και ως αίσθηση παρέμβασης των πολιτών στα
κέντρα λήψης αποφάσεων που τον αφορούν όσο και η αρχή της τοπικής
αυτονομίας έχουν υποστεί καίρια πλήγματα. Και τα πλήγματα αυτά
προκλήθηκαν, όχι τόσο από αυτές καθ' αυτές τις αναγκαστικές, και στις
περισσότερες περιπτώσεις χωρίς ουσιώδη κοινωνικά και αναπτυξιακά
κριτήρια, συνενώσεις δήμων, όσο κυρίως από την εξάρθρωση των τοπικών
κέντρων λήψης αποφάσεων. Έτσι, και σε συνέχεια των όσων μας κληρονόμησε
το σχέδιο «Καποδίστριας» με τα δημοτικά διαμερίσματα και τα τοπικά
συμβούλια, στο σχέδιο "Καλλικράτης", με τις δημοτικές ή τοπικές
κοινότητες ή ενότητες και τα συμβούλια των κοινοτήτων αυτών, οι δημότες
των συνενωμένων, πλέον, δήμων, «εκπροσωπούνται και εκφράζονται» από
όργανα, που δεν έχουν καμία αποφασιστική αρμοδιότητα, ακόμη και για
στοιχειώδη ζητήματα, που αφορούν αποκλειστικά τις τοπικές κοινωνίες
(λ.χ. καθαριότητα, διαχείριση παιδικών χαρών κ.λπ.). Η ήδη διαμορφωθείσα
αρνητική αυτή κατάσταση -την οποία μάλιστα με γραφειοκρατική θρασύτητα
βαφτίζουν «ενδοδημοτική αποκέντρωση»-, που συμβάλλει καθοριστικά στη
διαμόρφωση πολιτικής αποξένωσης των δημοτών και θέτει θεσμικά εμπόδια
στη δυνατότητά τους να παρεμβαίνουν ουσιαστικά σε ζητήματα που άμεσα
τους αφορούν, αποτελεί ένα ισχυρό πλήγμα της αρχή της λαϊκής κυριαρχίας
και εν γένει της δημοκρατίας καθώς επίσης και της τοπικής αυτονομίας, η
οποία μάλιστα προστατεύεται και με ειδική συνταγματική διάταξη (άρθρο
102) και με διεθνή σύμβαση (Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας).
β) Η έλλειψη ουσιαστικής δυνατότητας άρθρωσης ενός τοπικού αναπτυξιακού προγράμματος.
Το σχέδιο
«Καλλικράτης» προέβαλε με φιλοδοξία ότι έθετε τις βάσεις για τις
διαδικασίες εκπόνησης των δημοτικών επιχειρησιακών προγραμμάτων, ως
συναρθρώσεις πολιτικών δράσεων σε τομείς δημοτικής αρμοδιότητας, με
σκοπό μια προγραμματισμένη τοπική ανάπτυξη. Ωστόσο στην πράξη
αναιρέθηκε, ουσιαστικά, όχι μόνο η δυνατότητα, αλλά και το ενδεχόμενο
κατάρτισης αναπτυξιακών προγραμμάτων με βάση τις υπαρκτές
κοινωνικο-οικονομικές ανάγκες.
Ειδικότερα:
Τα σχέδια αυτά προετοιμάσθηκαν, υπό την υψηλή εποπτεία της κεντρικής
διοίκησης, και εκπονήθηκαν, τις περισσότερες φορές, με στοιχεία ή
δεδομένα τα οποία ήταν ανεπαρκή και σε πολλές περιπτώσεις εσφαλμένα.
Περαιτέρω, οι αξιολογήσεις των λειτουργικών, οργανωτικών και
αναπτυξιακών δυνατοτήτων και αδυναμιών των Δήμων ήταν σε μεγάλο βαθμό
αυθαίρετες. Κύρια αιτία των εσφαλμένων ή αυθαίρετων καταγραφών αυτών,
αλλά και των σχετικών αποτιμήσεων, αποτέλεσε το γεγονός ότι τόσο η
συλλογή όσο και η αξιολόγηση των στοιχείων που αφορούσαν την
κοινωνικο-οικονομική δομή, τα γεωφυσικά χαρακτηριστικά, την υφιστάμενη
διοικητική-λειτουργική κατάσταση των υπηρεσιών, την ιστορική και
διαχρονική συνέχεια της δημοτικής εδαφικής περιφέρειας, καθώς επίσης και
τα στοιχεία που συνθέτουν τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά, ανατέθηκαν σε
ιδιωτικές επιχειρήσεις, που κατάρτισαν πολυσέλιδες μελέτες, οι οποίες
ήταν μεν επιστημονικοφανείς, πλην όμως σε καμία περίπτωση επιστημονικές.
Η ανάθεση της ουσιαστικής εκπόνησης του Επιχειρησιακού Σχεδίου σε
ιδιωτικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, κατέδειξε ότι τόσο
η Κεντρική Κυβέρνηση όσο και πληθώρα Δήμων εκτόπισαν πλήρως τον λαϊκό
παράγοντα από τα όποια κέντρα λήψης αποφάσεων που θα διαμόρφωναν τις
απαιτούμενες πολιτικές για την κατάρτιση του προγράμματος.
γ) Η λειτουργική σύμπτυξη των δημοτικών υπηρεσιών και η προετοιμασία για την «εξαφάνιση» αυτοδιοικητικών κοινωνικών δομών
Η
αναγκαιότητα προώθησης, για λόγους διοικητικής αποτελεσματικότητας, της
λειτουργικής σύμπτυξης των δημοτικών υπηρεσιών, ως βασικού στόχου του
σχεδίου «Καλλικράτης», ουσιαστικά, όπως εκ των υστέρων περίτρανα
αποδείχθηκε, δεν υπέκρυπτε παρά τη διάθεση της κεντρικής κυβέρνησης για
συρρίκνωση δημοτικών υπηρεσιών, κοινωνικού κυρίως χαρακτήρα. Στην
προκειμένη περίπτωση, ειδικότερα ως προς τους πρώην δήμους που
συνενώθηκαν, διαμορφώθηκαν οι λογικές όχι μόνον του «πλεονάζοντος»
προσωπικού, τα μέλη του οποίου μετακινήθηκαν χωρίς καμία
προγραμματισμένη λειτουργική πολιτική διοικητικής ενσωμάτωσης και
προσαρμογής στις υπηρεσίες του κεντρικού δήμου, αλλά και των
«πλεοναζουσών» υπηρεσιών κοινωνικού χαρακτήρα. Τούτο είχε ως πρακτικό
αποτέλεσμα αφενός να στοχοποιηθούν οι δημοτικοί υπάλληλοι και να τεθούν
στη δίνη της εργασιακής εφεδρείας και των απολύσεων, αφετέρου να
συρρικνωθούν κοινωνικές δομές (μονάδες προστασίας ευπαθών κοινωνικών
ομάδων, δημοτικές βιβλιοθήκες, πολιτιστικά κέντρα κ.λπ).
Στην
προσχηματικώς προβαλλόμενη λογική δήθεν ορθολογικοποίησης των δημοτικών
υπηρεσιών εντάχθηκαν, μεταξύ άλλων, και ανταποδοτικές υπηρεσίες (λ.χ.
καθαριότητα), με σκοπό την εκχώρησή τους σε ιδιωτικά επιχειρηματικά
συμφέροντα.
δ) Η προώθηση και εφαρμογή ελαστικών μορφών εργασιακής απασχόλησης
Οι
«καλλικρατικοί» δήμοι επέδειξαν «αξιοθαύμαστη» προσαρμογή στις τροϊκανές
απαιτήσεις για εσωτερική υποτίμηση και «αξιομίμητη ευπείθεια» στα
κελεύσματα των μνημονιακών κυβερνήσεων, που έχουν θέσει ως έναν από τους
κυρίαρχους στόχους τους την αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων. Οι
«καλλικρατικοί» δήμοι πρωταγωνιστούν σήμερα είτε στην εφαρμογή των
περιλάλητων προγραμμάτων «κοινωφελούς» εργασίας, όπου οι ΜΚΟ παίζουν τον
ρόλο τού, έναντι αμοιβής, δανειστή εργαζομένων και οι δήμοι αυτών που
τους δανείζονται, οι οποίοι απασχολούνται υπό συνθήκες εργασιακού
Μεσαίωνα (χωρίς ουσιαστικά συλλογικά και ατομικά εργασιακά δικαιώματα),
είτε στην εφαρμογή των τοπικών συμφώνων απασχόλησης, που αποβλέπουν στην
«ορθολογική» διοχέτευση μισθωτών χαμηλού εργασιακού κόστους σε
ιδιωτικές επιχειρήσεις, είτε στην εφαρμογή των επιχειρησιακών
προγραμμάτων της «διά βίου μάθησης», όπου η κάθε απίθανη δραστηριότητα
έχει αναχθεί σε αντικείμενο εργασιακής επιμόρφωσης με σκοπό τη συγκάλυψη
της ανεργίας, χωρίς να υπάρχει καμία συνάρθρωση με τις παραγωγικές
ανάγκες ενός τόπου. Εν ολίγοις, οι «καλλικρατικοί» δήμοι, στην
προκειμένη περίπτωση, έχουν αναδειχθεί σε εργαστήρια πειραματικών
εφαρμογών αποδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων και προετοιμασίας
μετατροπής όλης της επικράτειας σε μία απέραντη Ειδική Οικονομική Ζώνη
(ΕΟΖ).
ε) Η μετατροπή των «καλλικρατικών» δήμων σε μοχλούς υλοποίησης πολιτικών εκποίησης του δημόσιου πλούτου
Στην
προκειμένη περίπτωση, δεν αναφερόμαστε γενικώς στη στοχοποίηση της
δημοτικής περιουσίας από τους φορείς κερδοσκοπικών ιδιωτικών
συμφερόντων, πράγμα το οποίο ούτως ή άλλως προάγεται από την
τρικομματική κυβέρνηση μέσω του ταμείου εκποίησης της δημόσιας
περιουσίας (ΤΑΙΠΕΔ). Αναφερόμαστε συγκεκριμένα στην ανάδειξη των
«καλλικρατικών» δήμων σε μοχλούς «προγραμματικής πολιτικής» υλοποίησης
της εκποίησης του δημόσιου πλούτου.
Χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή
των υδάτων. Το τελευταίο χρονικό διάστημα προωθούνται προς εφαρμογή
προγραμματικές συμβάσεις «Για την ολοκληρωμένη διαχείριση και λειτουργία
του συστήματος Ύδρευσης - Αποχέτευσης» των δήμων.
Οι
συμβάσεις αυτές ουσιαστικά δεν υποκρύπτουν παρά εκχωρήσεις περιουσιακών
δικαιωμάτων παγίων δημοτικών στοιχείων (δίκτυα, πηγές κ.λπ.) στην ΕΥΔΑΠ,
τα οποία, στη συνέχεια, θα παραχωρηθούν στον ιδιωτικό επιχειρηματικό
όμιλο, που πρόκειται να αγοράσει έναντι πινακίου φακής τη δημόσια αυτή
επιχείρηση.
Το σχέδιο
«Καλλικράτης», το οποίο ουσιαστικά αποτελεί και τον πρώτο εφαρμοστικό
μνημονιακό νόμο, έχει μεταμορφώσει τον θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
σε αποσυγκεντρωμένη μορφή λειτουργίας του σύγχρονου εξαρτημένου αστικού
κράτους-προτεκτοράτου. Η «καλλικρατική» Αυτοδιοίκηση (;) δεν συνιστά
παρά συμπυκνωμένη τοπική έκφραση του κράτους-προτεκτοράτου αυτού, που
επιχειρεί να οργανώσει και να προωθήσει τα συμφέροντα της ολιγαρχίας
κατ' εντολήν των μερίδων που τη συγκροτούν. Έτσι οι κυρίαρχες
μνημονιακές πολιτικές της ολιγαρχίας, που συνίστανται μεταξύ άλλων στην
κατάλυση των αρχών της λαϊκής κυριαρχίας και της τοπικής αυτονομίας, της
εσωτερικής υποτίμησης και της αποδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων,
καθώς επίσης και της εκποίησης του δημόσιου πλούτου, βρίσκουν «εύφορο»
έδαφος ανάπτυξής τους στους «καλλικρατικούς» δήμους.
Ανεξάρτητα
από τον βαθμό επίγνωσης της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί, τα
αισθήματα που δημιουργούνται και τις πιθανολογήσεις που προκύπτουν, ένα
πράγμα αναδεικνύεται αδιαμφισβήτητο: ότι ο ένδοξος πρόγονός μας
αρχιτέκτονας, άθελά του, ονοματοδότησε έναν φανατικό εχθρό της Τοπικής
Αυτοδιοίκησης ως χώρου έκφρασης και πραγμάτωσης της λαϊκής κυριαρχίας.
Κριεκούκι, 10η Δεκεμβρίου 2012
* Μέλος Σ.Ε. του Νέου Αγωνιστή και της Π.Γ. της Τ.Ε. ΣΥΡΙΖΑ - ΕΚΜ Μάνδρας Ειδυλλίας-Αττικής
Πηγή : avgi.gr / 18-12-2012